User:A. T. Galenitis
My Wiktionary user page; I am a novice editor and not a linguist, forgive any formatting which is not up to a high standard.
- Contributions by chronological order:
Lemmata created: ὄβρυζα, ὄβρυζος, ὄβρυζον, χρυσίον, γουδί, πλατίνα, προχοΐδα, ογκομέτρηση, τσίγκος, σανδαράχη, κουρασάνι, νάφθα, νέφτι, یاغ, ἀρσενικόν, кумарка, cacumbaru, κούμαρο, κουμάρι, قمار, γλουρός, مخمور, ψήκτρα, χρυσῖτις, πολύκμητος, τεπές, ρετάλι, σινάφι, καλάι, νισαντήρι, ψήγμα, σίδαρος, revani, chiummu, ῥητινίτης, τζερεμές, γρώνη, φυστή, αλλουνούς, τεμπεσίρι, ντουμάνι, νισάφι, γράνα, καντάρι, липса, αλευρόγαια, ἄλειαρ, ῥήματα ἀντ' ἀλφίτων, افلاطون, ἰόεις, یشیل, στυπτηρία, پنبه, γαλαζοπράσινο, ترنجی, αζωτοδέσμευση, چورباجی, ζαρζαβατικό, زرزوات, جابا, zerzevat, πασχάλιος, φυτάλιος, νηφάλιος, -άλιος, ζέρδελο, دربند, дервен, δερβένι, ζουλάπιν, ζουλάπι, τζίτζιφο, τζιγέρι, ντεμέκ, κοπτάτσια, кооптация, چاغلا, τσάγαλο, λύμα, υπερμαγγανικός, αιθυλικός, κύρος, γλεύκος, υπερ-, υπεριώδης, εκχύλιση, πυρόλυση, θερμόλυση, αφιόνι, φθορίδιο, χλωρίδιο, βρωμίδιο, ιωδίδιο, σουλφίδιο, θειαιθέρας, θειοθειικός, θειοκυανικός, θειώδης, θειώδες, ιωδισμός, γκουβέρνο, καλάρω, ηωσίνη, παπαγᾶς, κόρυμβος, ανασόνι, παλάβρα, φισέκι, φιντάνι, σιμίτι, τερπένιο, οξαλικός, οξαλίδα, γκιουρουλτί, μπερντές, ασπρο-, ασπράγκαθο, وسوسه, ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι, ἄθος, παλαβός, върколак, mıcır, κύβερτον, موجور, μουντζούρα, قاینامق, قانی قاینامق, βράζει το αίμα μου, 𐤇𐤉𐤌, τσίπουρα, جبره, θίνα, 𐊀𐊕𐊑𐊏𐊀, 𒌷𒀀𒉿𒅈𒈾, 𒅕𒄩𒀸, 𒌓𒋻, 𒈨𒅕𒍣, 𒄭𒅎𒈠𒀸
Other major edits: ψευδάργυρος, ὀρείχαλκος, κουμαριά, αἶθοψ, τάγχουρος, φραγκόσυκο, καμίνι, σίδηρος, σίδηρος, γράω, γούβα, λείπω, ἄλευρον, ماوی, ζιρκόνιο, -ικός, پاسقالیه, τζάνερο, φθόριο, χλώριο, βρώμιο, ιώδιο, γαζία, σόργο, λαρδί, μαβής, αἷμα, τσίπουρο
User subpages: test, reborrowings