no
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]no (en) (χωρίς παραθετικά)
Μόριο
[επεξεργασία]no (en)
- όχι, χρησιμοποιείται για να δώσει αρνητική απάντηση ή δήλωση
- ⮡ No, not me!
- Όχι, όχι εγώ!
- ⮡ -“Should we go on a walk?” -“No, I’d rather go to the cinema.”
- -«Πάμε βόλτα;» -«Όχι, καλύτερα να πάμε σινεμά.»
- ⮡ -“Will you have a small drink?” -“I wouldn’t say no.”
- -«Θα πιεις ένα ποτηράκι;» -«Δε θα ΄λεγα όχι.»
- ⮡ No, not me!
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Αντώνυμα
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη yes
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]no (en)
- το όχι, ένα περιστατικό του όχι
- ⮡ He said a clear no.
- Είπε ένα ξεκάθαρο όχι.
- ⮡ He said a clear no.
- (the noes, μόνο πληθυντικός) ο συνολικός αριθμός των ατόμων που ψήφισαν «όχι» σε μια επίσημη συζήτηση
- ⮡ The noes have it.
- Τα «όχι» πήραν την πλειοψηφία.
- ⮡ The noes have it.
no (en)
- κανείς, ούτε ένας
- μην το κάνεις, απαγορεύεται να το κάνεις
- ⮡ No smoking - Μην καπνίζετε/Απαγορεύεται το κάπνισμα
- κανείς, χρησιμοποιείται για να εκφράσει το αντίθετο από αυτό που αναφέρεται
- (there is no + ρήμα (-ing)) είναι αδύνατο να κάνει κάτι κανείς
- ⮡ There is no denying this.
- Είναι αδύνατο να αρνηθεί κανείς αυτό.
- ⮡ There is no stopping him.
- Είναι αδύνατο να τον σταματήσει κανείς.
- ⮡ There is no denying this.
Συγγενικά
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- no (adverb) - Oxford Learner's Dictionaries
- no (exclamation) - Oxford Learner's Dictionaries
- no (noun) - Oxford Learner's Dictionaries
- no (determiner) - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 411. ISBN 9780194325684., λήμμα: κανείς
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]no (eo)
Ιντερλίνγκουα (ia)
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]no (ia)
Ισπανικά (es)
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]no (et)
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]no (it)
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]no (la) nāre, nāvī, —
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Μόριο
[επεξεργασία]no (pl)
- (δηλώνει συγκατάβαση) (ναι, άντε)
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Συγχώνευση
[επεξεργασία]no (pt)
Σλοβακικά (sk)
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]no (sk)
Κατηγορίες:
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Επιρρήματα (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Επιρρήματα χωρίς παραθετικά (αγγλικά)
- Μόρια (αγγλικά)
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Προσδιοριστές (αγγλικά)
- Γλώσσα εσπεράντο
- Ουσιαστικά (εσπεράντο)
- Αντίστροφο λεξικό (εσπεράντο)
- Γλώσσα ιντερλίνγκουα
- Επιρρήματα (ιντερλίνγκουα)
- Ισπανική γλώσσα
- Επιρρήματα (ισπανικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ισπανικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (ιταλικά)
- Ιταλική γλώσσα
- Επιρρήματα (ιταλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ιταλικά)
- Λατινική γλώσσα
- Ρήματα (λατινικά)
- Ρηματικές φωνές (λατινικά)
- Αντίστροφο λεξικό (λατινικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (πολωνικά)
- Πολωνική γλώσσα
- Μόρια (πολωνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (πολωνικά)
- Πορτογαλική γλώσσα
- Συγχωνεύσεις (πορτογαλικά)
- Σλοβακική γλώσσα
- Επιρρήματα (σλοβακικά)