hâblerie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ʔɑ.blə.ʁi/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
hâblerie hâbleries

hâblerie (fr) θηλυκό