charmer
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]charmer (en)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- charmer < charme
Προφορά
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]charmer (fr) (μεταβατικό)