Μετάβαση στο περιεχόμενο

capitale

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
capitale capitales

capitale (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]
  •  δείτε τη λέξη capital