ATZ
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Συντομομορφή
[επεξεργασία]ATZ (en) αρκτικόλεξο
- (αεροπορικός όρος) ζώνη κυκλοφορίας αεροδρομίου: εναέριος χώρος συγκεκριμένων διαστάσεων γύρω από ένα αεροδρόμιο για την προστασία της κυκλοφορίας του αεροδρομίου
Πηγές
[επεξεργασία]- ΟΜΕΟΔΕΚ (2015). Αγγλοελληνικό γλωσσάριο όρων Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας (ΔΕΚ). Αθήνα: Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας.
- ICAO (2005), Official definition, ANNEX 2 Rules of the Air 2005