памук
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Βουλγαρικά (bg)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]памук (bg) αρσενικό
Σλαβομακεδονικά (mk)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]памук (mk) αρσενικό
Σερβικά (sr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]памук (sr) αρσενικό