Λάμαχος
Λάμαχος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 469 π.Χ.[1] |
Θάνατος | 414 π.Χ.[2][1][3] Συρακούσες |
Αιτία θανάτου | πεσών σε μάχη |
Χώρα πολιτογράφησης | Αρχαία Αθήνα |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | στρατιωτικός |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Βαθμός/στρατός | στρατηγός/Athenian military |
Πόλεμοι/μάχες | Πελοποννησιακός Πόλεμος |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | στρατηγός |
Ο Λάμαχος (;470-414 π.Χ.), στρατηγός των Αθηναίων, υπήρξε ένας από τους βασικούς ηγέτες της ναυτικής δύναμης που στάλθηκε στην Σικελική Εκστρατεία και που αν η γνώμη του για άμεση πολιορκία και κατάληψη των Συρακουσών είχε τότε εισακουστεί εξαρχής, εκτιμάται ότι θα είχε άλλη τροπή τόσο η συγκεκριμένη αθηναϊκή επέμβαση[4], όσο και ο Πελοποννησιακός πόλεμος γενικότερα.
Προσωπική ζωή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο πατέρας του Λάμαχου λεγόταν Ξενοφών και ανήκε στην Οινηίδα φυλή. Δεν υπάρχουν όμως άλλα στοιχεία για την οικογενειακή και προσωπική ζωή του σημαντικού αυτού στρατηγού, πέραν του ότι ήταν αρκετά φτωχός και, παράλληλα πολύ τολμηρός και ανδρείος. Επίσης, επειδή τον εμπιστευόταν ιδιαίτερα ο Περικλής εκτιμάται ότι δεν ήταν απλώς ικανός στρατηγός αλλά και δημοκρατικός στις πολιτικές πεποιθήσεις του. Τέλος, επειδή επί Περικλέους του ανετίθετο συστηματικά να συλλέγει και φόρους από τις σύμμαχες πόλεις, τεκμαίρεται ότι θεωρείτο όχι μόνον γενναίος και δημοκρατικός, αλλά και έντιμος. Πέρασε σχεδόν όλη τη ζωή του μέσα στα καράβια, άλλοτε πολεμώντας και άλλοτε ταξιδεύοντας σε όλη την Ελλάδα για να επιβάλλει την παρουσία των Αθηναίων στα μέλη της Συμμαχία της Δήλου και να εισπράτει φόρους για το κοινό ταμείο.
Στρατιωτική και πολιτική ζωή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Λάμαχος αναφέρεται από τον Πλούταρχο[5] σε μια αποστολή στη Σινώπη, όπου βοήθησε στην ανατροπή τυράννου και βοήθησε στην εκεί (ή εκεί κοντά) εγκατάσταση 600 Αθηναίων –ουσιαστικά συνέβαλε στην ίδρυση αποικίας. Αναφέρεται ξανά από τον Θουκυδίδη[6] σε μια αποστολή στον Εύξεινο Πόντο το 424 π.Χ., όπου του ανατέθηκε να εισπράξει φόρους από συμμαχικές πόλεις της περιοχής. Αγκυροβόλησε όμως σε ένα χείμαρρο, τον Κάλητα[7] της Ηράκλειας και λόγω ξαφνικής βροχής που κράτησε όλη τη νύχτα, αυτός πλημμύρισε ορμητικά και χάθηκαν 10 πλοία του στόλου. Ο Λάμαχος κατάφερε να μη χαθούν μαζί και οι άνδρες του και τους οδήγησε στη Χαλκηδόνα. Το γεγονός δεν επηρέασε το κύρος του, αφού το 421 π.Χ. αναφέρεται μεταξύ των εξεχόντων πολιτών που ορκίστηκαν (συνυπέγραψαν) την ειρήνη του Νικία από την αθηναϊκή πλευρά.
Η Σικελική εκστρατεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Όταν το 416 π.Χ. η Αθήνα αποφάσισε να στείλει μεγάλο εκστρατευτικό σώμα στη Σικελία και να έρθει σε ρήξη με τη δωρική αποικία των Συρακουσών που κυριαρχούσε εκεί, η Εκκλησία εξέλεξε ως ομότιμους στρατηγούς το Νικία, τον Αλκιβιάδη και το Λάμαχο, που ο καθένας τους ανέλαβε και από μία μοίρα του στόλου όπως και τη διοίκηση του αντίστοιχου αριθμού στρατιωτών. Η αποστολή που τους ανατέθηκε ήταν πρώτον, να συνδράμουν τους Εγεσταίους εναντίον των Σεληνουντίων -αυτοί ήταν σύμμαχοι των Συρακουσίων και απειλούσαν τους πρώτους-, να προσπαθήσουν αν μπορούσαν να αποκαταστήσουν τους Λεοντίνους -άλλους συμμάχους των Αθηναίων στην περιοχή, που επίσης είχαν συμφέρον να περιοριστεί η ισχύς των Συρακουσών- και, τρίτον, «γενικά να πράξουν το καλύτερο δυνατόν για την Αθήνα". Ο τελευταίος προσδιορισμός περιελάμβανε την ουσία της όλης υπόθεσης, αλλά η ασάφειά του δεν βοήθησε καθόλου στη συνέχεια, όπως δεν βοήθησε και η ετερόκλητη σύσταση της ηγεσίας.
Φτάνοντας στη Σικελία οι τρεις στρατηγοί διαπίστωσαν πλήρη απροθυμία από τις πόλεις της περιοχής ακόμα και να δώσουν νερό στο στόλο τους, οι δε Εγεσταίοι που τους είχαν καλέσει υποσχόμενη πλήρη στήριξη, δεν είχαν στην πραγματικότητα διόλου χρήματα και μέσα να στηρίξουν τον αθηναϊκό στόλο.
Τότε συζητήθηκαν όλα τα ενδεχόμενα «προς το καλύτερο δυνατόν» για την Αθήνα και οι τρεις απόλυτα διαφορετικοί ηγέτες εξέφρασαν μεγάλη ποικιλία απόψεων –από το να κάνουν αξιοπρεπή μεταβολή και να φύγουν (Νικίας) μέχρι να ισοπεδώσουν μεμιάς τις Συρακούσες «και να ξεμπερδεύουν με τη ρίζα του προβλήματος» (Λάμαχος). Ο έμπειρος στρατηγός γνώριζε πολύ καλά πόσο σημαντική είναι η συντήρηση τόσων χιλιάδων ανδρών σε ξένη γη για παρατεταμένο χρόνο και βλέποντας την απροθυμία ή των αδυναμία των ντόπιων (από το φόβο των Συρακουσών) να στηρίξουν επ’ αυτού τον αθηναϊκό στόλο, αντιλαμβανόταν ότι θα ερχόταν η στιγμή που θα έπρεπε να λεηλατούν παράλια για να ζήσουν το στρατό τους. Επίσης γνώριζε, όπως και ο Νικίας αλλά και ο Αλκιβιάδης ότι οι Συρακούσιοι για καλή τους τύχη δεν είχαν πιστέψει ποτέ πως θα κινείτο εναντίον τους αθηναϊκός στόλος και ήταν απόλυτα απροετοίμαστοι για μάχη. Το στοιχείο του αιφνιδιασμού υπήρχε και έπρεπε να αξιοποιηθεί άμεσα –είπε ο Λάμαχος.
Ο Νικίας, πιστεύοντας ότι οι Συρακούσιοι θα έμεναν αμέτοχοι από φόβο όσο ήταν αβοήθητοι από άλλες δυνάμεις, πρότεινε οι Αθηναίοι να περιοριστούν σε μια επίδειξη ναυτικής δύναμης. Είπε δηλαδή να παραπλεύσουν τα παράλια με τον εντυπωσιακό στόλο τους, να εκφοβίσουν έτσι τους Σελινουντίους, να αποκαταστήσουν τους Εγεσταίους και το αμφισβητούμενο τότε στη Σικελία κύρος των Αθηνών και να γυρίσουν στον Πειραιά αλώβητοι. Είπε ότι έτσι θα πετύχαιναν να επιβάλουν την ηρεμία στη Σικελία και θα άφηναν θετικές εντυπώσεις για τη δύναμη των Αθηνών χωρίς να ριψοκινδυνεύσουν το παραμικρό. Ο Αλκιβιάδης διαφώνησε απόλυτα. Ήθελε οπωσδήποτε να αντιμετωπίσουν τις Συρακούσες. Επέμεινε όμως να μην επιτεθούν σε αυτές αν πρώτα δεν εκμαίευαν τη συμμαχία μερικών πόλεων, Ελλήνων ή Σικελιωτών, ώστε να σχηματίσουν έναν συνασπισμό εναντίον των Συρακουσών. Αυτό το σχέδιο θα παρουσίαζε την Αθήνα ως επικεφαλής ντόπιας συμμαχίας και ως ελευθερώτρια, αλλά αφαιρούσε πλήρως το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού που μέχρι τότε είχαν οι Αθηναίοι. Εντούτοις αυτό αποφασίστηκε γιατί ο Νικίας δεν στήριξε την άποψη του Λαμάχου.
Πολύ σύντομα ο Αλκιβιάδης ανακλήθηκε για την κατηγορία της αποκοπής των κεφαλών των Ερμών και τότε στον πολύτιμο χρόνο που είχε χαθεί προστίθετο πλέον και η απώλεια του βασικού αρχιτέκτονα του νέου σχεδίου. Στο στρατό απέμεναν επικεφαλής ο Νικίας που εξαρχής ήταν αντίθετος στην όλη περιπέτεια και με το Λάμαχο, που οι στρατιώτες ήξεραν ότι στην κρίσιμη στιγμή δεν είχε εισακουστεί.
Ο Πλούταρχος αφήνει να εννοηθεί ότι εκείνο που έκανε το Λάμαχο να υστερεί έναντι του Νικία και του Αλκιβιάδη ήταν η οικονομική του κατάσταση. Την περιγράφει οικτρή λέγοντας ότι ο γενναίος στρατηγός κάθε φορά που έφευγε σε αποστολές με το στράτευμα ζητούσε –και έπαιρνε- από το κρατικό ταμείο χρήματα για να αγοράζει στολή και παπούτσια. Αυτό μπορεί να ήταν και τιμητική προσφορά για τις υπηρεσίες του, αλλά αναφέρεται ως ενδεικτικό της φτώχειας του. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι όταν ανακλήθηκε ο Αλκιβιάδης όλοι προσέβλεπαν πια στον Νικία[8] «γιατί ο Λάμαχος ήταν ανδρείος, αλλά φτωχός και αυτό μείωνε το κύρος του»
- ὁ γὰρ Λάμαχος ἦν μὲν πολεμικὸς καὶ ἀνδρώδης,ἀξίωμα δ᾽ οὐ προσῆν οὐδ᾽ ὄγκος αὐτῷ διὰ πενίαν
Δεν μπορούμε να ξέρουμε αν αυτό ήταν απόλυτα αληθινό. Είναι πιθανό να ίσχυε και τότε σε μερίδα του πληθυσμού η τάση προτίμησης και θαυμασμού προς τους οικονομικά ισχυρούς και τους «γόνους καλών οικογενειών», δηλαδή τους πλούσιους και αριστοκράτες στρατηγούς, αλλά μπορεί η θέση του Πλούταρχου να οφειλόταν και σε καθαρά προσωπικές του απόψεις για το θέμα αυτό. Ο Λάμαχος φαίνεται πως ήταν ο κλασικός πολεμιστής, ο απλός στρατιώτης, και μάλιστα αρκετά ηλικιωμένος πια την εποχή του, διόλου πολιτευτής. Αλλού εξάλλου ο Πλούταρχος τον περιγράφει και ως «τραχύ». Ρόλο σε όλα αυτά μπορεί να έπαιζε και το γεγονός ότι ήταν δημοκράτης και δεν είχε ιδιαίτερα καλές σχέσεις με τους αριστοκρατικούς. Ο στρατός μπορεί να προσέβλεπε στο Νικία όχι αναγκαστικά από εκτίμηση αλλά για πρακτικούς λόγους: το στράτευμα γνώριζε ότι συγκρούονταν μεγάλες δυνάμεις (αριστοκρατών στην ουσία) και είχε διαπιστώσει ότι στην αρχική διαμάχη η εμφανώς ορθή στρατιωτικά άποψη του Λάμαχου είχε τεθεί στο περιθώριο (καθυστερούσε η πολιορκία για διπλωματικούς λόγους). Είναι λογικό ο στρατός να είχε συμπεράνει ότι πρακτικά εκείνος που «έκανε κουμάντο» ήταν ο Νικίας.
Ο Θουκυδίδης πάντως δείχνει να τον θεωρεί ιδιαίτερα σημαντικό ως ��τρατηγικό νου και ο Πλάτων [9] τον αναφέρει ως ανδρείο και συνάμα σοφό. Ηταν πολεμικός και αποφασιστικός, αν και δεν έχουμε πολλές καταγραφές πέρα από τον Λυσία και τον Αριστοφάνη, που πάντως ειδικά ο δεύτερος δεν άφηνε "σε χλωρό κλαρί" κανέναν. Από μια αναφορά του Λυσία φαίνεται ότι αντιιμετώπιζε ριζικά τα προβλήματα που ανέκυπταν, όπως π.χ. διέταξε την άμεση εκτέλεση ενός στρατιώτη στη Σικελία που προσπαθούσε να μεταδώσει μηνύματα στον εχθρό[10] Ο Αριστοφάνης στους «Βατράχους» και στην «Ειρήνη» τον διακωμωδεί ως συνώνυμο του φιλοπόλεμου, αναφέροντας «τώρα με την ειρήνη θα γλιτώσουμε από τους Λαμάχους» και «έρχεται η μέρα που μισεί ο Λάμαχος»[11] ενώ αναφέρει και τον όρο «κλαυσίμαχος» σε αντιδιαστολή προς τον Λάμαχο. Στους «Βατράχους» όμως, μετά το θάνατο του στρατηγού, τον αναφέρει ως ήρωα[12]
Ο θάνατος αυτός επήλθε το 414 π.Χ. όταν στη διάρκεια μάχης οι Συρακούσιοι κατάφεραν να απομονώσουν τον ίδιο το στρατηγό και μερικούς άνδρες του[13] Προτού σκοτωθεί ο Λάμαχος πρόλαβε και τραυμάτισε θανάσιμα τον στρατηγό των Συρακουσίων Καλλικράτη[14]. Η απώλεια του Λάμαχου ήταν από σημαντική έως ανυπολόγιστη για την έκβαση της εκστρατείας[15]. Σύντομα η πολιορκία των Συρακουσίων κατέληξε να γίνει κατά τραγική ειρωνεία πολιορκία των Αθηναίων, οι οποίοι βρέθηκαν σε δεινή θέση καθώς αποκόπηκαν και δεν μπορούσαν να ανεφοδιαστούν πια ούτε από στεριά αλλά ούτε και από θάλασσα.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 «Ламах» (Ρωσικά)
- ↑ «Lamachus» (Ρωσικά)
- ↑ «Ламах» (Ρωσικά)
- ↑ Donald Keagan The Peloponnesian War
- ↑ Βίος Περικλή, εδάφιο20
- ↑ Θουκυδίδης, 4ο Βιβλίο, εδάφιο 75
- ↑ ο χείμαρρος αναφέρεται σε ξένες εκδόσεις και ως Calyx
- ↑ Βίος Αλκιβιάδη, εδάφιο 20
- ↑ στο διάλογο «Λάχης»
- ↑ στον 13ο λόγο του Λυσία, εδάφιο 65
- ↑ Αριστοφάνης, Ειρήνη, 304
- ↑ Αριστοφάνης, Βάτραχοι, 1039
- ↑ Θουκυδίδης, 6ο βιβλίο, 100
- ↑ Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Παύλου Δρανδάκη
- ↑ Θουκυδίδης, 6ο βιβλίο, 101