Μετάβαση στο περιεχόμενο

Δηλόνιξ η βασιλική

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Δηλόνιξ η βασιλική
(Delonix regia)
Δέντρο σε πλήρη ανθοφορία (Φλόριντα).
Δέντρο σε πλήρη ανθοφορία (Φλόριντα).
Κατάσταση διατήρησης

Ελαχίστης Ανησυχίας (IUCN 3.1)
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Angiosperms)
Ομοταξία: Ευδικότυλα (Eudicots)
Υφομοταξία: Ροδίδες (Rosids)
Τάξη: Κυαμώδη (Fabales)
Οικογένεια: Φαβίδες (Fabaceae)
Υποοικογένεια: Καισαλπινιοειδή (Caesalpinioideae)
Γένος: Δηλόνιξ (Delonix)
Είδος: Δ. η βασιλική (D. regia)
Διώνυμο
Δηλόνιξ η βασιλική
(Delonix regia)

(Wenceslas Bojer (Boj.) πρώην
William Jackson Hooker (Hook.))
Constantine Samuel Rafinesque (Raf.)
Συνώνυμα
  • Delonix regia ποικ. flavida Stehlé
  • Delonix regia ποικ. genuina Stehlé
  • Poinciana regia Hook.
  • Poinciana regia Bojer[1]

Η Δηλόνιξ η βασιλική (Delonix regia), γνωστή κυρίως ως ποϊντσιάνα, ποϊνσιάνα ή παγώνι, είναι ένα είδος ανθοφόρων φυτών στην οικογένεια των Φαβίδων (Fabaceae), υποοικογένεια Caesalpinioideae. Είναι γνωστή για τα φύλλα που μοιάζουν με φτέρη και τα επιδεικτικά της άνθη. Σε πολλές τροπικές περιοχές του κόσμου καλλιεργείται ως καλλωπιστικό δέντρο και στα Αγγλικά του έχει δοθεί η ονομασία «βασιλική ποϊντσιάνα» («royal poinciana») ή «επιδεικτικό» («flamboyant»). Είναι επίσης ένα από τα πολλά δέντρα που είναι γνωστά ως «φλογόδεντρα».

Το είδος αυτό είχε προηγουμένως τοποθετηθεί στο γένος Ποϊγκιανή (Poinciana), το οποίο ονοματίστηκε από τον Phillippe de Longvilliers de Poincy, που κατά τον 17ο αιώνα ήταν κυβερνήτης του Saint Christophe (Αγίου Χριστοφόρου). Είναι ένα μη nodulating όσπριο.

Άνθος (Κιμπούτς Ginnosar, Ισραήλ).
Κοντινή λήψη των φύλλων.

Τα άνθη της Delonix regia είναι μεγάλα, με τέσσερα απλωμένα κόκκινα ή πορτοκαλο-κόκκινα πέταλα, μήκους μέχρι 8 cm και ένα πέμπτο πέταλο σε όρθια θέση, που ονομάζεται το πρότυπο, το οποίο είναι ελαφρώς μεγαλύτερο και με κίτρινα και λευκά στίγματα. Εμφανίζονται σε κορύμβους (σύμπλεγμα ανθέων) κατά μήκος και στις άκρες των κλαδιών. Η φυσική ποικιλία flavida (Μπενγκάλι: Radhachura) έχει κίτρινα άνθη.[2] Οι λοβοί είναι πράσινοι και χαλαροί, όταν είναι νεαροί και μετατρέπονται σε σκούρο καφέ χρώμα και ξυλώδη. Μπορούν να έχουν μήκος μέχρι 60 cm και πλάτος 5 cm. Οι σπόροι είναι μικροί, με βάρος περίπου 0,4 g κατά μέσο όρο. Τα φύλλα είναι σύνθετα, έχουν μια φτερωτή εμφάνιση, είναι χαρακτηριστικά απαλά, φωτεινά πράσινα και είναι διπλά πτεροειδή. Κάθε φύλλο έχει μήκος 30-50 cm, με 20 έως 40 ζεύγη κύρια φυλλάδια ή πτερύγια, που το καθένα χωρίζεται σε 10-20 ζεύγη από δευτερεύοντα φυλλάδια ή pinnules.

Διανομή και βιότοποι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Δηλόνιξ η βασιλική (Delonix regia), είναι ενδημική στα ξηρά φυλλοβόλα δάση της Μαδαγασκάρης, αλλά έχει εισαχθεί στις τροπικές και υπο-τροπικές περιοχές ολόκληρης της Γης. Στην άγρια φύση είναι υπό εξαφάνιση, αλλά αλλού, καλλιεργείται ευρέως.

Μακάκος, την ώρα που τρώει άνθη ποϊντσιάνας.

Η βασιλική ποϊντσιάνα, απαιτεί ένα τροπικό ή σχεδόν τροπικό κλίμα, αλλά μπορεί να ανεχθεί την ξηρασία και τις αλμυρές συνθήκες. Προτιμά ανοικτά, ελεύθερα αποστραγγισμένα αμμώδη ή αργιλώδη εδάφη, εμπλουτισμένα με οργανική ύλη. Στο δέντρο δεν αρέσουν τα βαριά αργιλώδη εδάφη και ανθίζει περισσότερο αφειδώς, όταν διατηρούνται ελαφρώς ξηρά.

Εκτός από την καλλωπιστική αξία, είναι επίσης ένα χρήσιμο δέντρο σκιάς σε τροπικές συνθήκες, επειδή συνήθως αναπτύσσεται σε ένα μέτριο ύψος (ως επί το πλείστον 5 μέτρα, αλλά μπορεί να φτάσει σε μέγιστο ύψος τα 12 μέτρα) αλλά εξαπλώνεται ευρέως, και το πυκνό του φύλλωμα παρέχει πλήρη σκιά. Σε περιοχές με έντονη ξηρή περίοδο, ρίχνει τα φύλλα του κατά τη διάρκεια της ξηρασίας, αλλά σε άλλες περιοχές είναι σχεδόν αειθαλή.

Στις ηπειρωτικές Ηνωμένες Πολιτείες, φυτρώνει στη Νότιο Φλόριντα, Κεντρική Φλόριντα[3] και σποραδικά στην πεδιάδα του Ρίο Γκράντε στο Νότιο Τέξας. Είναι πολύ αγαπητό στην Καραϊβική και εμφανίζεται σε πολλούς πίνακες της Δομινίκα και του Πουέρτο Ρίκο. Μπορεί επίσης, να βρεθεί στις Μπαχάμες, Κούβα, Αϊτή, Χαβάη, Μεξικό (ειδικά στη χερσόνησο Γιουκατάν), Νικαράγουα, Αμερικανικές Παρθένους Νήσους, Γκουάμ, Καναρίους Νήσους, Ισραήλ και την Κοινοπολιτεία των Βoρείων Μαριάνων Νήσων, όπου είναι το επίσημο δέντρο των νησιών. Είναι το εθνικό λουλούδι στον Άγιο Χριστόφορο και Νέβις. Στο Μαυρίκιο και τη Ρεϋνιόν αναγγέλλει την έλευση του νέου έτους. Καλλιεργείται ευρέως στην Βόρεια Αυστραλία (στο παρελθόν, τα νότια άκρα περιορίζονται για στη Νοτιοανατολική Κουίνσλαντ, αν και τώρα φυτρώνει και ανθίζει επιτυχώς στο Σίδνεϊ με ανθοφόρα δέντρα να φαίνονται στα προάστια Petersham, Parramatta, Guildford, Warwick Farm και Kurmond), Χονγκ Κονγκ, Παραγουάη, Περού, Ισπανία στην Costa del Sol (νότιες ακτές της Ισπανίας) την ακτή της Βαλένσια και ολόκληρες τις Κανάριες Νήσους, Ταϊλάνδη, Φιλιππίνες, Σρι Λάνκα και νότια Κίνα. Είναι το επίσημο δέντρο του Βιετνάμ, Tainan, Ταϊβάν· Σιαμέν, Φουτσιάν, Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας· και Σαντόου, Γκουανγκντόνγκ, Κίνα. Το Εθνικό Πανεπιστήμιο Cheng Kung, που βρίσκεται στην Tainan, τοποθετούν την βασιλική ποϊντσιάνα στο έμβλημά τους. Αναπτύσσεται και σε ολόκληρη τη νότια Βραζιλία, με καλλωπιστικά δέντρα στο Ρίο Γκράντε ντο Σουλ (Canoas και Πόρτο Αλέγκρε).[4][5]

Η βασιλική ποϊντσιάνα, θεωρείται ως εγκλιματισμένη σε πολλές από τις περιοχές όπου καλλιεργείται. Είναι ένα δημοφιλές δέντρο οδών στα προάστια της Μπρίσμπεϊν, Αυστραλία. Το δέντρο είναι επίσης στην Ινδία, όπου αναφέρεται ως «Gulmohar» ή «Gul Mohr».[6] Στη Δυτική Βεγγάλη (Ινδία) και το Μπαγκλαντές ονομάζεται «Krishnachura».

Η πόλη Peñuelas, Πουέρτο Ρίκο, που βρίσκεται 19 χλμ. περίπου, δυτικά του Ponce, παρονομάζεται «El Valle de los Flamboyanes» («Η Κοιλάδα με τα Δέντρα ποϊντσιάνα»), καθώς βρίσκονται πολλά φλογώδη δέντρα κατά μήκος και πέριξ των ποταμών Río Guayanes, Río Macana και Río Tallaboa.

Στο Βιετνάμ, αυτό το δέντρο ονομάζεται «Phượng vỹ» ουρά του φοίνικα και είναι ένα δημοφιλές αστικό δέντρο σε πολλά μέρη του Βιετνάμ. Η περίοδος ανθοφορίας του είναι Μάιος–Ιούλιος, η οποία συμπίπτει με το τέλος της σχολικής χρονιάς στο Βιετνάμ. Λόγω αυτού του χρονοδιαγράμματος, το άνθος της ποϊντσιάνας, μερικές φορές ονομάζεται «λουλούδι του μαθητή». Η πόλη Χάι Φονγκ, παρονομάζεται «Thành phố hoa phượng đỏ» («Πόλη του κόκκινου ποϊντσιάνα»).

Παρατηρήστε τους λοβούς που φαίνονται στα επάνω κλαδιά του δέντρου (Κουίνσλαντ, Αυστραλία).

Η βασιλική ποϊντσιάνα συνήθως πολλαπλασιάζεται με σπόρους. Οι σπόροι συλλέγονται, μουλιάζονται σε χλιαρό νερό για τουλάχιστον 24 ώρες και φυτεύονται σε ζεστό, υγρό έδαφος σε μια ημι-σκιασμένη, προστατευμένη θέση. Αντί του μουλιάσματος, οι σπόροι μπορούν επίσης να «εγχαραχθούν» ή να «τσιμπηθούν» (με ένα μικρό ψαλίδι ή νυχοκόπτη) και να φυτευτούν αμέσως. Αυτές οι δύο μέθοδοι επιτρέπουν στην υγρασία να διαπεράσει το σκληρό εξωτερικό περίβλημα, διεγείροντας τη βλάστηση. Τα σπορόφυτα αναπτύσσονται γρήγορα και μπορούν σε λίγες εβδομάδες υπό ιδανικές συνθήκες, να φθάσουν τα 30 cm.

Λιγότερο συνηθισμένος, αλλά εξίσου αποτελεσματικός, είναι ο πολλαπλασιασμός με μοσχεύματα ημι-σκληρού ξύλου. Κλάδοι, αποτελούμενοι από την τρέχουσα ή την ανάπτυξη της τελευταίας σεζόν, μπορούν να κοπούν σε τμήματα των 30 cm και φυτεύονται σε υγρό μείγμα γλάστρας. Αυτή η μέθοδος είναι πιο αργή από ό, τι ο πολλαπλασιασμός των σπόρων (τα μοσχεύματα διαρκούν μερικούς μήνες για να ριζώσουν) αλλά είναι η προτιμώμενη μέθοδος, που εξασφαλίζει τον αληθή σχηματισμό των νέων δέντρων. Ως εκ τούτου, τα μοσχεύματα είναι μια ιδιαίτερα κοινή μέθοδος πολλαπλασιασμού, για την σπανιότερη ποικιλία του δέντρου με την κιτρινη-ανθοφορία.

  • Μπαγκλαντές: Απρίλιος–Μάιος
  • Νότιος Φλόριντα: Μάιος-Ιούνιος
  • Αίγυπτος: Μάιος-Ιούνιος
  • Βιετνάμ: Μάιος-Ιούλιος
  • Καραϊβική: Μάιος-Σεπτέμβριος
  • Ινδική υποήπειρος: Απρίλιος-Ιούνιος
  • Αυστραλία: Νοέμβριος–Φεβρουάριος
  • Βόρειες Μαριάνες Νήσοι: Μάρτιος-Ιούνιος
  • Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα: Μάιος-Ιούλιος
  • Βραζιλία: Νοέμβριος–Φεβρουάριος
  • Νότιο Σουδάν: Μάρτιος–Μάιος
  • Ταϊλάνδη: Απρίλιος–Μάιος
  • Φιλιππίνες: Απρίλιος–Μάιος
  • Περού (ακτή): Ιανουάριος–Μάρτιος
  • Μαλάουι, Ζάμπια και Ζιμπάμπουε: Οκτώβριος–Δεκέμβριος
  • Χονγκ Κονγκ: Μάιος-Ιούνιος
  • Μαυρίκιος: Νοέμβριος–Δεκέμβριος
  • Ισραήλ: Μάιος-Ιούνιος
  • Χαβάη: Μάιος-Ιούνιος

Πολιτιστική σημασία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο Ινδικό κρατίδιο της Κεράλα, η βασιλική ποϊντσιάνα ονομάζεται «kaalvarippoo», το οποίο σημαίνει το άνθος του Ιππικού. Υπάρχει μια δημοφιλής πεποίθηση μεταξύ των Χριστιανών του Αγίου Θωμά της Κεράλα ότι όταν o Χριστός σταυρωνόταν, υπήρχε πλησίον του Σταυρού ένα μικρό δενδρύλλιο βασιλικής ποϊντσιάνα. Πιστεύεται ότι το αίμα του Ιησού Χριστού χύθηκε πάνω από τα άνθη του δέντρου και αυτό είναι το πώς τα λουλούδια της βασιλικής ποϊντσιάνα πήραν το έντονο κόκκινο χρώμα.[7]

Τα Φλογώδη δέντρα, η εικονική μπαλάντα από το Αυστραλιανό συγκρότημα ροκ μουσικής «Cold Chisel», λέγεται ότι έχουν εμπνευστεί από την υπερίσχυση των δέντρων ποϊντσιάνα, ωστόσο αυτό δεν είναι αληθές. Η αναφορά στα Φλογώδη δέντρα του τραγουδιού, ισχύει για το ιθαγενές στην Αυστραλία Δέντρο Φλόγα (Brachychiton acerifolius).

  1. «Delonix regia (Hook.) Raf. — The Plant List». theplantlist.org. 
  2. 2,0 2,1 Don Burke (1 Νοεμβρίου 2005). The complete Burke's backyard: the ultimate book of fact sheets. Murdoch Books. σελ. 269. ISBN 978-1-74045-739-2. Ανακτήθηκε στις 9 Μαρτίου 2011. 
  3. Edward F. Gilman & Dennis G. Watson. «ENH387/ST228: Delonix regia: Royal Poinciana». ufl.edu. 
  4. «Smartphone Access». thewoodexplorer.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Φεβρουαρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 22 Ιανουαρίου 2017. 
  5. «Is that a poinciana?». GardenDrum. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Νοεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 22 Ιανουαρίου 2017. 
  6. Cowen, D. V. (1984). Flowering Trees and Shrubs in India (Sixth έκδοση). Bombay: THACKER and Co. Ltd. σελ. 1. 
  7. Annamma Thomas· T. M. Thomas (1984). Kerala Immigrants in America: A Sociological Study of the St. Thomas Christians. Simons Printers. σελ. 34. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]