Category:Greek nouns of mixed gender
Jump to navigation
Jump to search
Pages in category "Greek nouns of mixed gender"
The following 200 pages are in this category, out of 442 total.
(previous page) (next page)Α
- αγαλματοποιός
- αγγειογράφος
- αγγειολόγος
- αγγειοχειρουργός
- αγγελιαφόρος
- αγγελιοφόρος
- Αγγλοσάξονας
- Αγγλοσάξωνας
- αγελαδοκόμος
- αγελαδοτρόφος
- αγνώμων
- αγορανόμος
- αγρονόμος
- αδελφοκτόνος
- αερομηχανικός
- αεροναυπηγός
- αεροπόρος
- αεροσυνοδός
- αθλητίατρος
- αθλητικογράφος
- αιγυπτιολόγος
- αιθεράρχης
- αιματολόγος
- αισθηματίας
- αισθητικός
- αισχρογράφος
- ακαδημαϊκός
- ακόλουθος
- ακτινολόγος
- αλευροβιομήχανος
- αλληλογράφος
- αμφισβητίας
- ανάδοχος
- αναισθησιολόγος
- ανατόμος
- ανατροπέας
- ανδριαντοποιός
- ανεμοπόρος
- ανθλγός
- ανθλχος
- ανθοκόμος
- ανθρωπολόγος
- ανθρωποφάγος
- ανθσγος
- ανθυπαστυνόμος
- ανθυπολοχαγός
- ανθυποπλοίαρχος
- ανθυποσμηναγός
- ανθχος
- ανταπεργός
- αντεισαγγελέας
- αντιγραφέας
- αντιδήμαρχος
- αντιεισαγγελέας
- αντίζηλος
- αντικέρ
- αντιναύαρχος
- αντίπαλος
- αντιπλοίαρχος
- αντιπρόεδρος
- αντιπρόσωπος
- αντιπρύτανης
- αντιπτέραρχος
- αντιρρησίας
- αντισμήναρχος
- αντιστράτηγος
- αντισυνταγματάρχης
- ανχης
- ανωνυμογράφος
- αξιωματούχος
- αοιδός
- απαγωγέας
- άπαις
- απαράτσικ
- άπατρις
- απάτωρ
- απαυτός
- απεργός
- απόγονος
- άποικος
- αποκρυπτογράφος
- αποστολέας
- απόστρατος
- απουσιολόγος
- απόφοιτος
- αρθρογράφος
- αριθμομνήμονας
- αριστερόχειρ
- αριστερόχειρας
- άρπαξ
- αρτοποιός
- αρχαιολόγος
- αρχαιόσυλος
- αρχειοφύλακας
- αρχιγραμματέας
- αρχιδικαστής
- αρχιθαλαμηπόλος
- αρχικελευστής
- αρχικηπουρός
- αρχιλοχίας
- αρχιμηχανικός
- αρχιμουσικός
- αρχιναύαρχος
- αρχισμηνίας
- αρχιτέκτονας
- αρχιτελώνης
- ασθενής
- ασιανολόγος
- αστίατρος
- αστρολόγος
- αστρονόμος
- αστροφυσικός
- αστυΐατρος
- αστυκτηνίατρος
- αστυνόμος
- αστυφύλακας
- αύριο
- αυτόχειρας
- αυτόχθονας
- αυτόχθων
- αφορολόγητα
Β
Δ
Ε
- έβενος
- εγκληματίας
- εγκληματολόγος
- εθνογλωσσολόγος
- εθνογράφος
- εθνολόγος
- ειδικός
- είρων
- είρωνας
- εισαγγελέας
- εισπράκτορας
- εκατομμυριούχος
- εκπαιδευτικός
- εκπρόσωπος
- ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας
- εμπειρογνώμων
- έμπορος
- εμποροϋπάλληλος
- ενδοκρινολόγος
- ένοικος
- ένορκος
- ένοχος
- επαγγελματίας
- επγος
- επιδειξίας
- επικεφαλής
- επίλαρχος
- επιλοχίας
- επισμηναγός
- επιστήμονας
- επιχειρηματίας
- ερασιτέχνης
- εργοδηγός
- εσπρέσο
- Ετρούσκος