Λύκος της τούνδρας
Λύκος της τούνδρας | ||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||
|
Ο λύκος της τούνδρας (Canis lupus albus) είναι υποείδος του γκρίζου λύκου ιθαγενής των ζωνών της ευρασιατικής τούνδρας και της δασικής τούνδρας από τη Φινλανδία έως τη χερσόνησο Καμτσάτκα.[1] Περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1792 από τον Ροβέρτο Κερρ, ο οποίος τον περιέγραψε ως ζων γύρω από τον Ιενεσέη, και ότι έχει πολύτιμη γούνα.[2]
Πρόκειται για ένα μεγάλο υποείδος, με τα ενήλικα αρσενικά να έχουν μήκος σώματος 118-137 εκ. και τα θηλυκά 112-136 εκ. Αν και συχνά γράφεται ότι είναι μεγαλύτερος από τον C. l. lupus, αυτό είναι αναληθές, καθώς βαρύτερα μέλη του άλλου υποείδους έχουν καταγραφεί. Το μέσο βάρος είναι 40-49 κιλά για τα αρσενικά και 36,6-41 κιλά για τα θηλυκά. Το υψηλότερο βάρος που καταγράφηκε μεταξύ 500 λύκων που αιχμαλωτίστηκαν στη χερσόνησο Ταϋμύρ και στη χερσόνησο Κάνιν κατά τη διάρκεια του 1951-1961 ήταν ενός γέρικου αρσενικού που σκοτώθηκε στην Ταϋμύρ στα βόρεια του ποταμού Ντουντύπτα, ζυγίζοντας 52 κιλά. Η γούνα είναι πολύ μακρυά, πυκνή, χνουδωτή και απαλή, και είναι συνήθως ανοιχτόχρωμη και γκρίζα. Η κάτω γούνα είναι γκρι μόλυβδου και η πάνω γούνα είναι κοκκινωπό γκρι.[3]
Ο λύκος της τούνδρας γενικά αναπαύεται σε κοιλάδες ποταμών, σύδεντρα και ξέφωτα δασών.[4] Το χειμώνα τρέφεται σχεδόν αποκλειστικά με θηλυκούς ή νεαρούς άγριους και εξημερωμένους ταράνδους, αν και μερικές φορές στοχεύει και λαγούς, αρκτικές αλεπούδες και άλλα ζώα. Το περιεχόμενο των στομάχων 74 λύκων που αιχμαλωτίστηκαν στον Αυτόνομο Θύλακα της Νενετσίας στη δεκαετία του 1950 βρέθηκε να αποτελούταν από 93,1% απομεινάρια ταράνδου. Κατά την καλοκαιρινή περίοδο, οι λύκοι της τούνδρας τρέφονται εκτενώς με πτηνά και μικρά τρωκτικά, καθώς και νεογέννητους ταράνδους.[5]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Mech, L. David (1981), The Wolf: The Ecology and Behaviour of an Endangered Species, University of Minnesota Press, p. 353, (ISBN 0-8166-1026-6)
- ↑ Kerr, R. (1792), The animal kingdom, or zoological system, of the celebrated Sir Charles Linnæus: containing a complete systematic description, arrangement, and nomenclature, of all the known species and varieties of the mammalia, or animals which give suck to their young, Printed for A. Strahan, and T. Cadell, London, and W. Creech, Edinburgh, p. 137
- ↑ Heptner, V. G. & Naumov, N., P. (1998) Mammals of the Soviet Union Vol.II Part 1a, SIRENIA AND CARNIVORA (Sea cows; Wolves and Bears), Science Publishers, Inc., USA, pp. 182-184, (ISBN 1-886106-81-9)
- ↑ Heptner, V. G. & Naumov, N., P. (1998) Mammals of the Soviet Union Vol.II Part 1a, SIRENIA AND CARNIVORA (Sea cows; Wolves and Bears), Science Publishers, Inc., USA, p. 210, (ISBN 1-886106-81-9)
- ↑ Heptner, V. G. & Naumov, N., P. (1998) Mammals of the Soviet Union Vol.II Part 1a, SIRENIA AND CARNIVORA (Sea cows; Wolves and Bears), Science Publishers, Inc., USA, p. 216, (ISBN 1-886106-81-9)