Γαλατάς
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Συντεταγμένες: 41°01′22″N 28°58′25″E / 41.0228°N 28.9736°E
Ο Γαλατάς (τουρκικά: Galata) ή Πέραν είναι κεντρική παράλια περιοχή με λιμενικές εγκαταστάσεις της Κωνσταντινούπολης, που βρίσκεται στη ΒΑ πλευρά και άκρη του Κερατίου κόλπου[1]. Αποτελεί το παράλιο τμήμα, συνέχεια της ακτής Τοπ Χανέ της ευρύτερης περιοχής που ονομάζεται Μπέηογλου, όπου βρέχεται από τα νερά του Βοσπόρου (ανατολικά) και του Κεράτιου Κόλπου (νότια).
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το αρχικό όνομά της περιοχής ήταν Συκεαί ενώ επίσης αποκαλούνταν «Πέραν εν Συκεαίς» από όπου προήλθε και η ευρύτερη ονομασία Πέραν. Περίπου από το 425 αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα της Κωνσταντινούπολης, διαθέτοντας θέατρο και δημόσια λουτρά, ενώ το 528 οι Συκεαί μετονομάστηκαν σε Ιουστινιανούπολη γιατί εξωραΐστηκε και τειχίστηκε από αυτόν[1].
Ο Γαλατάς κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο είχε το ρόλο λατινικής αποικίας εντός της ρωμαϊκής πρωτεύουσας. Αρχικά βρισκόταν υπό ενετική κυριαρχία αλλά το 1160 εγκαταστάθηκαν Γενοβέζοι στην περιοχή με την έγκριση του αυτοκράτορα Μανουήλ Α' Κομνηνού. Το 1261 ο Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος, που επιθυμούσε να ανακαταλάβει την Κωνσταντινούπολη από τους Λατίνους, υπέγραψε με τους Γενοβέζους τη Συνθήκη του Νυμφαίου.
Οι Γενοβέζοι του παραχώρησαν τον στόλο που χρειαζόταν λαμβάνοντας το δικαίωμα να επεκτείνουν την παρουσία τους στο Γαλατά και να περιβάλουν τον οικισμό τους με τείχη. Σύντομα ο Γαλατάς έγινε κεντρικό λιμάνι μεταφοράς εμπορευμάτων και παράλληλα συνεχίστηκε η οχυρωματική του επέκταση.
Το 1349 χτίστηκε ο Πύργος του Γαλατά (Κουλάς) και τα βόρεια τείχη, εν συνεχεία τα τείχη της περιοχής του σημερινού Καράκιοϊ, το 1387 περιτείχισαν τις περιοχές Κιουλέντιμπι και Σισχανέ και το 1397 ολοκλήρωσαν την οχύρωση με το χτίσιμο τείχους στην περιοχή Αζάπκαπι. Τέλος το 1404 ένωσαν το Τοπχανέ με το Καράκιοϊ. Μέχρι και τον 19ο αιώνα περιβαλλόταν με τείχος. Η οχύρωση ξεκινούσε από το Αζάπκαπι κοντά στον Κεράτιο. Ο Πύργος του Γαλατά ήταν το βορειότερο παρατηρητήριο και ο κύριος αμυντικός πύργος της οχύρωσης. Τα τείχη χαμήλωναν προς το Τοπχανέ από αυτό το σημείο.
Αν και ο Γαλατάς δημιουργήθηκε με προνόμια που απέσπασαν οι Γενοβέζοι από τους Ρωμαίους σε κρίσιμες γι’ αυτούς ώρες και στα τείχη του ήταν αναρτημένα τα σύμβολα του Ρωμαϊκού βασιλείου, ωστόσο κατά την οθωμανική πολιορκία του 1453 έμεινε ουδέτερος και δεν βοήθησε στην άμυνα της Κωνσταντινούπολης.
Μετά την άλωση της Πόλης ο Μωάμεθ ο Πορθητής μετέτρεψε το Γαλατά σε τόπο κατοικίας Ελλήνων και Εβραίων. Το φράγκικο στοιχείο εξασθένησε, εντούτοις, δεν αντικαταστάθηκε ευρέως από μουσουλμανικούς πληθυσμούς γινόμενος έτσι μία αστική περιοχή κατοικούμενη από τις δύο μειονότητες.
Ο Γαλατάς υπήρξε ενεργό επιχειρησιακό κέντρο από την ίδρυσή του αλλά η χρυσή περίοδός του ανάγεται στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Οι εθνικές μειονότητες κέρδισαν νέα δικαιώματα με τις πολιτικές μεταρρυθμίσεις του Σουλτάνου Αβδούλ Μετζίτ το 1839. Αυτό δημιούργησε γρήγορα άνθηση στη χρηματιστική δράση των κατοίκων.
Το 1860 γκρεμίστηκαν τα γενοβέζικα τείχη και ο Γαλατάς διευρύνθηκε αναδεικνυόμενος ως Μεγάλη Οδός του Πέραν σε αριστοκρατική συνοικία. Εγκαταστάθηκαν εκεί οι ξένες πρεσβείες και χτίστηκαν καινούργιες εκκλησίες, ορθόδοξες, ρωμαιοκαθολικές και αρμενικές. Ακολούθησε η θεμελίωση πολυτελών κατοικιών από ομογενείς, εμπορικών κέντρων και θεάτρων.
Σύντομα τα προβλήματα υποδομής της νέας περιοχής λύθηκαν. Οι οδοί λιθοστρώθηκαν, τα συστήματα λυμάτων διευρύνθηκαν, δημιουργήθηκαν δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, ύδρευσης και φυσικού αερίου ενώ το ιπποκίνητο τραμ χρησιμοποιήθηκε για τη δημόσια μεταφορά. Στο Γαλατά δημιουργήθηκε και υπόγειο μετρό, το τρίτο παλαιότερο του κόσμου. Επίσης ιδρύθηκαν σχολεία αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά και ελληνικά στα οποία φοιτούσαν και γόνοι μουσουλμανικών οικογενειών.
Η εμπορική κυριαρχία της περιοχής ανήκε στους Ρωμιούς ενώ υπήρχε και δραστηριότητα Εβραίων και Γάλλων. Η κατάσταση παρέμεινε η ίδια και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή με το ελληνικό στοιχείο να αναπτύσσεται έχοντας υπό τον έλεγχό του το εμπόριο της Πόλης. Το τέλος της ελληνικής παρουσίας στο Γαλατά και το ευρύτερο Πέραν ήρθε με τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου του 1955. Τότε καταστράφηκαν σχεδόν ολοσχερώς τα ελληνικά καταστήματα και διαπράχθηκαν αποτρόπαιες βιαιοπραγίες κατά των ομογενών. Η οργανωμένη βία οδήγησε στο πρώτο κύμα φυγής των Ρωμιών από την Πόλη ακολουθούμενο από την εγκατάσταση στην περιοχή Τούρκων και την παράλληλη ανάληψη του εμπορίου από αυτούς.
Σήμερα ο Γαλατάς είναι κεντρική τουριστική και εμπορική περιοχή της Κωνσταντινούπολης με μεγάλο αριθμό καταστημάτων και κέντρων διασκέδασης. Ο Γαλατάς συνδέεται με την άλλη πλευρά του Κερατίου μέσω της περίφημης γέφυράς του. Η σημερινή Γέφυρα του Γαλατά είναι η πέμπτη που κατασκευάστηκε από το 1453. Οικοδομήθηκε το 1992 σε αντικατάσταση της προηγούμενης κατασκευής του 1912. Ο Πύργος του Γαλατά διασώζεται και αποτελεί κύριο αξιοθέατο της περιοχής. Είναι δωδεκαόροφος και έχει ύψος 61 μέτρων. Οι Γενοβέζοι του είχαν δώσει την ονομασία Πύργος του Ιησού. Στα πρώτα χρόνια της οθωμανικής κατάκτησης χρησιμοποιούνταν ως φυλακή.
Αθλητισμός
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στον αθλητικό χώρο ο Γαλατάς έχει την τοπική ομάδα της Γαλατασαράι, η οποία διαθέτει τμήματα ποδοσφαίρου, μπάσκετ και λοιπών αθλημάτων.
Φωτογραφίες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Galata στο Wikimedia Commons