Jump to content

Page:Eisagogiki-Didaskalia.pdf/28

From Wikisource
Revision as of 22:45, 4 November 2024 by Catonif (talk | contribs) (Trascritta)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)
This page has been proofread.
Ῥωμαίϊκα Βλάχικα Βουλγάρικα Ἀλβανίτικα
κιόσου σμιτ πρέ
ἀπὸ ἕνα κλωνάρι κάτε οὔνᾳ τρέμμα πῶ ἔτνα βέτκα γκά ννῆ τέκᾳ
ἀπὸ δάφνην τέ ταφῆνᾳ ὀτ τάφηνα πέ ταφῆνε
καὶ ἀπὸ κέδρον σσή τέ τζουνάπινε ἢ ὀτ σμρέκα ἐδέ πέ τελλήννε
διὰ νὰ διώξῃς τρά σέ ἀγουνέστη ζά τα τέρασσ κῆ τᾴ δπόνσσ 580
ὅλα τὰ κακά. τούτε ῥάλλε σφῆτε λώσσητε. γκίθᾳ τᾳκᾳκίατ.
Ὅταν νὰ φτιάνῃς Κᾳντου σέ ἀτάρη Κώκα τά ναπραησσ Κούρ τᾴ ντᾳρτόνσσ
φορέματα στραννέ ῥούμπητε. χάλιστατα ῥώμπε
νὰ προσέχῃς σέ ἄη κᾳστίκᾳ τά ἴμασσ βοῦμε τᾴ κκέσσ κουϊτέσσ
διὰ νὰ τὰ κάμῃς τρά σε λεφάτζη ζά τά ἢ τζίνησσ κῆ τυμπᾴνσσ 585
φαρδέα λάρτζη σσίρωκη τᾳγκέρα
καὶ νὰ μὴ ᾖναι κοντά. σσή σέ νοῦ χίπα σκούρτε. ἢ τά νέ μπίταετ κούσση. ἐδέ τᾳμόσ ἰάνᾳ σκούρτᾳα.
Ὅτι νὰ κάμῃς Κᾶ σέ φάτζη Ὅτι τά τζινησσ Σὲ τᾴ μπᾴνσσ
φαρδὺ φόρεμα λάρκᾳ στράννε σσίρωκα ῥούμπα τᾳγκέρᾳ ῥωμπᾳ
βαστάει πολὺν καιρόν. ἀραύτᾳ μοῦλτε ζᾳμάνε τράητ μνόκου ζάμαν ῥών σοῦμμᾳ ζαμάν 590
Καὶ νὰ ῥάψῃς σσή σέ κόσση Ἢ τά σίεσσ Ἐδέ τά κέπηνσ
στενὸ καβάδι στρίμπτου κᾳπλᾳμᾷ τέσνα σάϊα ἐγκούστᾳ καπλαμᾷ
ὀλίγωρα σχίζεται. κουρούντου σεαροῦπε. πάργω σεΐσκινβητ κᾳτᾳ τζάσσ γκρίσε
Καὶ τὸ μακρὺ ὑποκάμισο Σσή λούγκα κμιάσσᾳ Ἢ τάλκα κόσσουλια ἐδε ἐγκέρα κᾳμίσσα
σὲ κάμνει τεφάτζε τετζίνητ τᾳμπᾴνν 595
νὰ περδοκλώνησαι. σε τεγκιάτητζ. τά σεσώπνησσ. τᾴ πεγκόεσσ.
Μόνον νὰ πασχισῃς Μὰ σετζιλιχτισέστη Τόκου τά πετζαλησσ Πῶ τᾳτζιαληστήσσ
διὰ νὰ ἐνδυθῇς τρά σὲ τενβέστη ζά τά σεόπλετζησσ κῆ τᾴ νβίσεσσ
μὲ ῥούχα τιμημένα κοῦ βέστε τυννισίτε σῶ σφίτα τζέσνα μετζοχᾳρα ἰντέρουμε
καὶ ἂν σχίζωνται σσή σέ ἀρούψιρε ἢ ἄκω σέ ἰσκίναετ ἐδέ ντᾴ οὐγκρίσνᾳ 600
πουθενᾶ ἰουβᾶ νέγτε γκιακούντ
νὰ τὰ μπαλώνῃς σε λεμπέτιτζη τά ἢ πρέκαρπησσ τὴ ἀρᾳνόνσσ
μὲ ῥάματα γερά κοῦ χίρε σᾳνᾳτοάσε σῶ κόντζη στράβη μέ τέννια τᾳσᾳντόσσ
Τὸ χαλάζι Κρᾴντιννια Κράτ Μπρέσσηρι
ἡ πάχνη μπροῦμμα σλάνα μπροῦμμα 605