Η ιστορία Στην Παλιά Καλιφόρνια είναι μια πολυσέλιδη ιστορία που έγραψε και σχεδίασε ο Καρλ Μπαρκς τον Νοέμβριο του 1950, η οποία δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά τον Μάιο του επόμενου έτους. Στην χώρα μας την έχουμε δει και στο ΚΟΜΙΞ 6, ενώ αργότερα επανεκδόθηκε στο ΚΟΜΙΞ 253.
Περίληψη[]
Ο Ντόναλντ και τα ανίψια του ταξιδεύουν στην Καλιφόρνια παλαιότερων εποχών, όταν ακόμα ζούσαν εκεί Ισπανοί και ο Πυρετός του Χρυσού του 1848 μόλις ξεκινούσε…
Υπόθεση[]
Ο Ντόναλντ Ντακ ταξιδεύει με τα ανίψια του στις πολύβουες λεωφόρους της Καλιφόρνια, όταν μην αντέχοντας άλλο τον θόρυβο αποφασίζουν να επιλέξουν έναν πιο γραφικό δρόμο. Παρατηρούν παλιά σπίτια των Ισπανών αρχόντων που ζούσαν σε άλλες εποχές στην περιοχή, όμως όλα άλλαξαν όταν βρέθηκε χρυσός, το 1848.
Καθώς φτάνουν κοντά σε έναν καταυλισμό Ινδιάνων το αμάξι τους πέφτει πάνω σε έναν βράχο, με αποτέλεσμα να μείνουν αναίσθητοι. Όταν ξυπνούν βρίσκονται σε ένα κρεβάτι στον καταυλισμό Ινδιάνων, που τους θεραπεύουν. Αποκαμωμένα τα παπιά αφού πίνουν ένα μαντζούνι ξανακοιμούνται, όμως λίγα λεπτά αργότερα σηκώνονται και φεύγουν από τον καταυλισμό.
Το αμάξι τους όμως έχει εξαφανιστεί, ενώ οι Ινδιάνοι φορούν πρωτόγονα ρούχα και οι γύρω περιοχές δεν έχουν δρόμους, ενώ ζώα κυκλοφορούν ελεύθερα και τα βουνά είναι καλυμμένα με δάσος. Συνειδητοποιούν ότι έχουν ταξιδέψει στον χρόνο και έχουν έρθει στην παλιά Καλιφόρνια, την οποία ξεκινούν να εξερευνούν.
Αφού περπατούν για ώρες, έχοντας ξεθεωθεί στην πείνα φτάνουν σε ένα λαμπρό ράντσο κάποιου Ισπανού προύχοντα, στο οποίο αποφασίζουν να ρωτήσουν για λίγο φαγητό. Το ράντσο είναι του Δον Γασπάρ και της οικογένειας του, που τους υποδέχονται φιλικότατα, με βασιλικές τιμές. Γίνονται έτσι φιλοξενούμενοι του Ισπανού, που δεν τους ρωτάει καμία ερώτηση, παρά τους υποδέχεται με ανοιχτές αγκάλες.
Ο Ντόναλντ συμμετέχει στο μάζεμα των γελαδιών του Δον από τα βουνά, μαζί με τους υπόλοιπους βακέρος του, από τους οποίους καλύτερος είναι ο Ρολάνδος. Ξαφνικά ένα άγριος ταύρος επιτίθεται στην Παντσίτα, μονάκριβη κόρη του Δον Γασπάρ, και ο Ρολάνδος τον σταματάει πριν την χτυπήσει, με αποτέλεσμα να γεννηθεί ένας φλογερός έρωτας.
Ο Ρολάνδος το ίδιο βράδυ δέχεται ο Ντόναλντ να του μάθει μερικά τραγούδια, ώστε αν ποτέ χρειαστεί να μπορεί να κάνει καντάδα σε μια ευγενική ψυχή. Ο Δον παράλληλα, διοργανώνει στην έπαυλη του μια μεγάλη φιέστα, καθώς τελειώνει το μάζεμα των γελαδιών. Στην γιορτή έρχονται όλοι οι αριστοκράτες της Καλιφόρνια, με δεκάδες όμορφες σενιορίτες εκ των οποίων πιο εκθαμβωτική είναι η Παντσίτα.
Η Παντσίτα όμως αντί να χορέψει με τον Ρολάνδο αναγκάζεται να χορέψει με τον Δον Πόρκο δε Λάρδο, τον άντρα με τον οποίο την έχει προξενέψει η μητέρα της. Η Τίνα, οικονόμος της οικίας, πληροφορεί τους Χιούη, Λιούη και Ντιούη πως ποτέ μια πλούσια όπως η Παντσίτα δεν θα μπορούσε να παντρευτεί κάποιον φτωχό, όπως τον Ρολάνδο.
Ο Ρολάνδος όμως ζητάει από την όμορφη κοπέλα να χορέψουν και εκείνη δέχεται, παρά τις αντιρρήσεις της μητέρας της, ενώ ο βακέρο της απαγγέλει και τα τραγούδια που του έμαθε ο Ντόναλντ. Ένας καλεσμένος της δεξίωσης ανακοινώνει πως η άμαξα του, με την οποία θα πάει στο Μοντερέυ έχει ακόμα χώρο για τέσσερα άτομα, οπότε ο Ντόναλντ αποφασίζει να πάει μαζί του.
Πριν φύγει όμως ο Ντόναλντ αποφασίζει να βοηθήσει τον Ρολάνδο να κατακτήσει την όμορφη αγάπη του κι έτσι του λέει να πάει να ψάξει για χρυσάφι στους κοντινούς λόφους, αφού είναι το έτος 1848 και ο Πυρετός του Χρυσού σε λίγο θα ξεκινήσει. Έτσι, ο φτωχός βακέρο θα γίνει πλούσιος και θα μπορέσει να παντρευτεί την Παντσίτα, με την άδεια των γονέων της.
Αφού αποχαιρετούν τους καλούς φίλους τους ο Ντόναλντ και τα παιδιά επιβιβάζονται στην άμαξα και φεύγουν για το Μοντερέυ. Στο δρόμο ο πλούσιος άντρας που τους έχει πάρει μαζί τους προτείνει στους Ντακ να τους προσφέρει λίγη γη για να στεριώσουν. Πράγματι, τους χαρίζει μερικές χιλιάδες στρέμματα, στα οποία οι Λιμνουπολίτες αποφασίζουν να εγκατασταθούν και να γίνουν και αυτοί πλούσιοι άρχοντες. Πριν όμως προλάβουν να το χαρούν ένας οπλισμένος άντρας, με το όνομα Έζρυ, μπαίνει στο ράντσο τους και τους διώχνει, υπό την απειλή όπλου.
Ο Ντόναλντ και τα ανίψια του αποφασίζουν να πάνε στην κοντινότερη πόλη, ώστε να αγοράσουν κι αυτοί ένα όπλο και να διώξουν τον μοχθηρό Έζρυ. Στον οικισμό επικρατεί πανδαιμόνιο, αφού έχουν διαδοθεί τα νέα για την εύρεση του πολύτιμου χρυσού.
Ο Ντόναλντ μολονότι αρνείται να πέσει θύμα του πυρετού σύντομα υποκύπτει και αγοράζει ένα σωρό μεταλλευτικά εργαλεία, ξεχνώντας πλήρως το ράντσο και τον Έζρυ. Αφού ξεκινούν να σκάβουν έναν χρυσοθήρας τους λέει πως λίγο παρακάτω υπάρχει περισσότερο χρυσάφι, οπότε οι Ντακ τρέχουν εκεί.
Όταν γυρνούν όμως ο άντρας έχει καταπατήσει το ορυχείο τους, που τα παπιά απαιτούν πίσω. Τότε όμως εμφανίζεται ο Έζρυ, που με το όπλο του απειλεί τον Ντόναλντ να φύγει και να αφήσει ήσυχο τον συνέταιρο του. Ξαφνικά όμως ορμάει πάνω του ο Ρολάνδος, και μετά από μερικές μπουνιές τους ακινητοποιεί και τους δύο.
Για μέρες σκάβουν, βγάζοντας κιλά χρυσό, τα οποία δίνουν όλα στο Ρολάνδο, που μια μέρα φεύγει για να βρει την αγαπημένη του Παντσίτα, την οποία πλέον μπορεί να παντρευτεί. Ο Ντόναλντ και τα παιδιά αποφασίζουν να ξαπλώσουν για να ξεκουραστούν, νιώθοντας σαν όλα αυτά που συμβαίνου να είναι πολύ μακριά από την δική τους πραγματικότητα.
Όταν ξυπνάνε συνειδητοποιούν ότι βρίσκονται σε ένα σύγχρονο νοσοκομείο, όπου ο γιατρός τους λέει πως είχαν πέσει σε κώμα για έξι εβδομάδες, αφότου ένας Ινδιάνος γιατρός προσπάθησε να τους θεραπεύσει από το ατύχημα που είχαν. Οι τέσσερις τους παίρνουν εξιτήριο από το νοσοκομείο και επιστρέφουν στο ράντσο του Δον Γασπάρ, το οποίο όμως είναι σκέτο ερείπιο και όχι όπως το έζησαν στο παρελθόν. Στο τέλος, αποφασίζουν να τραγουδίσουν μια σερενάτα για την Παντσίτα, τον Ρολάνδο και την οικογένεια τους, ενώ οι σύγχρονοι Καλιφορνέζοι τους θεωρούν παλαβούς!
Παρασκήνιο[]
Στην ιστορία Στην Παλιά Καλιφόρνια ο Ντόναλντ και τα ανίψια του ταξιδεύουν σε μια ξεχασμένη Καλιφόρνια, όπως ήταν στα μέσα του 19ου αιώνα, σε σπανιόλικα χέρια. Η όμορφη αυτή εποχή είχε πολλές αρετές, που την έκαναν να ξεχωρίζει και γι’ αυτό ο Ντόναλντ δεν νοστάλγησε καθόλου την δική του εποχή, όσο βρίσκονταν στο παρελθόν.
Η φιλοξενία ήταν αυτονόητη ακόμα και σε ξένους, ενώ όμορφοι βακέρο τραγουδούσαν και έπαιζαν όργανα με την ίδια δεξιοτεχνία που έπιαναν γελάδια. Οι πανέμορφες σενιορίτες και οι μεγάλες δεξιώσεις διαδέχονταν η μία την άλλη και η ζωή κυλούσε ομαλά για τους Ισπανούς ραντσέρο, που είχαν τόση πολλή γη που μπορούσαν να την μοιράζουν ελεύθερα και χωρίς να προκαλούν καχυποψίες.
Όλα αυτά όμως έπαψαν να υπάρχουν με την έλευση του Πυρετού του Χρυσού το 1848, οπότε βάρβαροι Αγγλοσάξονες άποικοι άρχισαν να καταφθάνουν μαζικά, θεμελιώνοντας τον νόμο της επιβίωσης του πιο αδίστακτου. Η ισπανική Καλιφόρνια εξαφανίστηκε στα βιβλία της ιστορίας, όμως κάτι τέτοιο ήταν καταδικασμένο να συμβεί, αφού είχε μείνει σε άλλους καιρούς. Και στην παλιά Καλιφόρνια όμως δεν ήταν όλα ειδυλλιακά, αφού δεν έλειπαν οι διακρίσεις, όπως το ότι οι φτωχοί δεν μπορούσαν να παντρευτούν τους πλούσιους.
Η ιστορία αποτελεί ένα μείγμα νοσταλγίας και ρομάντζου, που τελειώνει με μια ευχάριστη νότα, αφού ο Ρολάνδος καταφέρνει να γίνει αρκετά πλούσιος για να παντρευτεί το κορίτσι του ενώ ο Ντόναλντ και τα παιδιά επιστρέφουν στην εποχή τους, όπου θυμούνται χαρούμενα τις στιγμές που έζησαν στο παρελθόν.
Για την δημιουργία των τοπίων της ιστορίας ο Καρλ Μπαρκς σχεδίασε αληθινές τοποθεσίες που ο ίδιος είχε δει, καθώς ζούσε στο Σαν Τζασίντο της Καλιφόρνια από το 1942, ενώ είχε δει την γύρω περιοχή στις εκδρομές που έκανε με την γυναίκα του. Έτσι, ο βράχος στον οποίο ρίχνουν τα παπιά το αμάξι τους υπήρχε εκείνην την εποχή και ένας δρόμος που οδηγεί στον κοντινό καταυλισμό των Ινδιάνων Σοσόμπα υπάρχει επίσης στην πραγματικότητα.
Ένα παλιό μοναστήρι υπάρχει επίσης στην κοντινή περιοχή, το οποίο απεικονίζει ο Μπαρκς στις πρώτες σελίδες της ιστορίας, ενώ και η έπαυλη στην οποία μένουν τα παπιά είναι εμπνευσμένη από μια αληθινή έπαυλη της εποχής που υπάρχει στο σημείο και ονομάζεται έπαυλη Εστουντίγιο.
Το πλήρες όνομα του Δον Γασπάρ είναι στο πρωτότυπο ένα συνονθύλευμα τοπικών ονομασιών και περιοχών, τις οποίες οι Καλιφορνέζοι πρέπει να κατάλαβαν αμέσως. Ο ίδιος ο Μπαρκς ανέφερε αργότερα πως δημιούργησε αυτά τα σκηνικά για να κουφάνει και τους συντοπίτες του, που δεν θα περίμεναν ποτέ να δουν την γειτονιά τους σε παπιοϊστορίες που κυκλοφορούσαν τότε στα περίπτερα.
Όλοι οι Αμερικάνοι όμως θα πρέπει να βρήκαν αστείες τις αναφορές στην ιστορία σε τρεις μεγάλες μορφές που ενσάρκωναν την Άγρια Δύση εκείνη την εποχή: τους τραγουδιστές κάντρυ Τζην Ώντρυ και Ρόυ Ρότζερς καθώς και τον κινηματογραφικό και τηλεοπτικό καουμπόυ Τζώννυ Μακ Μπράουν. Ο Μπαρκς, που ήταν μεγάλος θαυμαστής των ουέστερν και της μουσικής κάντρυ παρωδεί εδώ όχι μόνο τα δικά του γούστα αλλά και τα έντυπα της εκδοτικής στην οποία εργαζόταν, την Dell στα οποία πρωταγωνιστούσαν οι συγκεκριμένοι άντρες. Τα τεύχη στα οποία εμφανίζονταν οι αστέρες αποτελούσαν μάλιστα μέρος της σειράς Four Color Comics, στην οποία εμφανίστηκε και η Παλιά Καλιφόρνια.