Μετάβαση στο περιεχόμενο

sunburn

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
sunburn sunburns

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
sunburn < sun + burn

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

sunburn (en) (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο)