περιποιούμαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ετικέτα: Αναιρέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτα: Χειροκίνητη αναστροφή
 
Γραμμή 6: Γραμμή 6:


==={{προφορά}}===
==={{προφορά}}===
{{ΔΦΑ|el|pe.ɾi.pi.ˈu.me}}
{{ΔΦΑ|el|pe.ɾi..me}}


==={{ρήμα|el}}===
==={{ρήμα|el}}===
Γραμμή 26: Γραμμή 26:
{{clear}}
{{clear}}
===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή|φροντίζω κάποιον ή κάτι με ιδιαίτερη προσοχή}}
<!-- * {{en}} : {{τ|en|XXX}} -->
<!-- * {{en}} : {{τ|en|XXX}} -->
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} -->
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} -->

Τελευταία αναθεώρηση της 09:09, 16 Δεκεμβρίου 2024

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
περιποιούμαι < (σημασιολογικό δάνειο) ιταλική curare < αρχαία ελληνική περιποιοῦμαι ("διαφυλάσσω για τον εαυτό μου") < περιποιῶ ("αποκτώ, κάνω κάτι να είναι ψηλά")[1]
η έκφραση περιποιώ τιμή < αρχαία ελληνική περιποιῶ

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /pe.ɾi.piˈu.me/

περιποιούμαι/περιποιέμαι, π.πρτ.: περιποιούμουν/περιποιόμουν, π.αόρ.: περιποιήθηκα, μτχ.π.π.: περιποιημένος, (ενεργ.: περιποιώ)

  1. φροντίζω κάποιον ή κάτι με ιδιαίτερη προσοχή
  2. (ειρωνικό) τιμωρώ κάποιον
  3. → δείτε τη λέξη περιποιώ με σημασία: αποδίδω

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Με διπλούς τύπους: περιποιούμαι, περιποιέμαι (προφορικό). → λείπει η κλίση

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]