Τσάργκραντ
Ο όρος Τσάργκραντ είναι η προφητικού χαρακτήρα ονομασία υπό την οποία έγινε γνωστή μεταξύ πρώτων σλαβικών πληθυσμών η Κωνσταντινούπολη και η οποία, σύμφωνα με τους πανσλαβιστές, θα ήταν η ονομασία την οποία θα έφερε η πόλη έπειτα από την κατάληψή της από τους Ρώσους. Ωστόσο, δεν επρόκειτο να αποτελέσει πρωτεύουσα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, αλλά, αντιθέτως, μίας μείζονος σλαβικής ομοσπονδίας, η οποία και θα ιδρυόταν στην πορεία.
Ο Φιόντορ Ντοστογιέφσκι αποτέλεσε έναν εκ των σημαντικότερων υποστηρικτών των πανσλαβιστικών επιδιώξεων, ιδιαιτέρως ως προς το ζήτημα της πόλεως της Κωνσταντινούπολης, επί του οποίου και αφιέρωσε αριθμό σελίδων του έργου του υπό τον τίτλο «Το ημερολόγιο του συγγραφέα». Συγκεκριμένα, ο υπότιτλος του άρθρου του μηνός του Μαρτίου του 1877 φέρει την ονομασία: Για ακόμη μία φορά, η Κωνσταντινούπολη πρέπει να γίνει δική μας, αργά ή γρήγορα.
Ναι, ο Κεράτιος Κόλπος και η Κωνσταντινούπολη, όλα αυτά δικά μας θα γίνουν... Και καταρχάς αυτό θα γίνει δια της βίας, καθώς έχει έρθει ο καιρός... Εάν αυτό δεν συνέβη νωρίτερα, αυτό οφείλεται στο γεγονός πως οι συνθήκες δεν ήσαν, ακόμη, ώριμες.
Πανσλαβισμός
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το μανιφέστο του Νικολάι Ντανιλέφσκι υπό τον τίτλο «Το πανσλαβιστικό δόγμα», χειραγωγικού και απλοϊκού χαρακτήρα, άσκησε ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα της κατοχής της Κωνσταντινούπολης σημαντική επιρροή στα μεγάλα μυαλά της εποχής εκείνης στη Ρωσία[3][4].
Ο Νικολάι Ντανιλέφσκι έθεσε τις βάσεις μίας νέας «Ρωσικής Ιδέας», προτείνοντας μία τριπλή προσέγγιση: την απόρριψη της διαίρεσης του κόσμου μεταξύ «Ανατολής» και «Δύσης», τη δικαιολόγηση του ρωσικού ιμπεριαλισμού και τη δημιουργία μίας μεγάλης σλαβική ομοσπονδίας με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, μετονομασθείσα, ωστόσο, σε «Τσάργκραντ», όπως ο ίδιος περιγράφει εντός του κεφαλαίου ΙΔ, τιτλοφορούμενου ως «Τσάργκραντ», του έργου του υπό τον τίτλο «Το πανσλαβιστικό δόγμα»[5].
Η «σλαβική φυλή» αποτελούσε, σύμφωνα με τον Ντανιλέφσκι, ένα ανεξάρτητο είδος πολιτισμού το οποίο επρόκειτο να αναδειχθεί την περίοδο κατά την οποία ο επιλεγόμενος «γερμανορωμαϊκός» πολιτισμός θα εισερχόταν σε περίοδο παρακμής. Παρά το γεγονός πως οι θεωρίες του ήσαν αυθαίρετου χαρακτήρα, ωστόσο, καθησύχαζαν τους συγχρόνους του Ρώσους αναγνώστες, των τελών του 19ου αιώνα, στην εκ μέρους τους απόρριψη της κυριαρχίας της ευρωπαϊκής θεώρησης του κόσμου[6].
Το μέλλον της Ρωσίας, σύμφωνα με τον συγκεκριμένο φιλόσοφο, θα κρινόταν στην Τουρκία και όχι στην Κεντρική Ασία, όπου η Ρωσική Αυτοκρατορία είχε, προηγουμένως, προχωρήσει στην ίδρυση του Ρωσικού Τουρκεστάν. Σύμφωνα, πάντοτε, με τον ίδιον, τα πάντα θα προέκυπταν από την έκβαση του «Ανατολικού Ζητήματος», το οποίο και θεωρούσε όχι ως έναν αγώνα μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων, αλλά ως έναν αγώνα μεταξύ του γερμανολατινικού πολιτισμού και του σλαβικού πολιτισμού, κληρονόμου της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Κατόπιν της εκ μέρους του διάγνωσης της ασθένειας του «ευρωπαϊσμού» από την οποία και έπασχε η Ρωσία, ο Ντανιλέφσκι έθεσε ως μόνο δυνατό αντίδοτο, καθώς και λύση ως προς το Ανατολικό Ζήτημα, έναν παγκόσμιο πόλεμο μεταξύ Σλάβων και Ευρωπαίων[7].
Τα πλεονεκτήματα της κατάληψης της Κωνσταντινούπολης από τους Ρώσους ήσαν προφανή και πολυάριθμα: τα νότια σύνορα θα ενισχύονταν περαιτέρω και το κόστος υπεράσπισής τους θα μειωνόταν, η κυριαρχία της στην ευρύτερη περιοχή της Μαύρης Θάλασσας θα επέτρεπε στη Ρωσία τη δημιουργία στόλου και την ανάδειξή της ως ναυτική δύναμη, με σημείο εκκίνησης την Κωνσταντινούπολη η Ρωσία θα ήταν δυνατό να υπηρετήσει τα σχέδιά της για περαιτέρω επέκταση προς την περιοχή της Κεντρικής Ασίας, οι ορθόδοξοι πληθυσμοί της Τουρκίας θα ήταν δυνατό να αποτελέσουν αντικείμενο προστασίας απέναντι στον Σουλτάνο, ο οποίος και είχε παραχωρήσει την κυριότητα του Παναγίου Τάφου στους Καθολικούς.
Ο Ντοστογιέφσκι ολοκλήρωνε το άρθρο του μηνός του Μαρτίου του 1877 με τα παρακάτω λόγια:
Ναι, η Κωνσταντινούπολη πρέπει να γίνει δική μας, όχι μόνο επειδή η πόλη αυτή είναι ένα περίφημο λιμάνι, ένα στενό, ένα «παγκόσμιο κέντρο», ο «ομφαλός της γης», όχι μόνο επειδή αναγνωρίζεται πλέον παγκοσμίως ως αναγκαιότητα να βγει επιτέλους η Ρωσία, αυτός ο γίγαντας, από την υποχώρηση στην οποία κατέληξε, καθώς μεγάλωσε, αγγίζοντας το ταβάνι, και να βγει στην ανοιχτή θάλασσα και να αναπνεύσει τον ελεύθερο αέρα των θαλασσών και των ωκεανών.
[8].
Αγώνας κατά του Ισλάμ
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η υλοποίηση του ονείρου της κατάληψης του Τσάργκραντ είχε καταστεί δυνατή λόγω του γεγονότος πως το Ανατολικό Ζήτημα συνεπαγόταν με έναν πολιτικού χαρακτήρα προβληματισμό σχετικά με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, στο πλαίσιο του οποίου η τελευταία παρουσιαζόταν ως καταδικασμένη προς αφανισμό, ιδιαιτέρως εντός του χρονικού πλαισίου της περιόδου του Ρωσοτουρκικού Πολέμου των ετών 1877-1878. Οι αρνητικού χαρακτήρα θεωρήσεις σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων ήσαν ιδιαιτέρως διαδεδομένες μεταξύ των πανσλαβιστών. Μεταξύ άλλων, ο Ντανιλέφσκι, επί παραδείγματι, απεχθανόταν τον «παράλογο μυστικισμό» του Ισλάμ. Από την πλευρά του, ο Ντοστογιέφσκι προθύμως διακινούσε διηγήσεις περί της βαναυσότητας των Τούρκων. Κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου, οι Τούρκοι είχαν καταστεί ως ένας αδύναμος γείτονας και αντικείμενο χλευασμού, όπως καταδεικνύει, μεταξύ άλλων, η ξεκαρδισμένη εικόνα των Κοζάκων της Ζαπορίζια κατά τη συγγραφή επιστολής προς τον σουλτάνο της Τουρκίας, έργο του Ρώσου ζωγράφου Ιλιά Ρέπιν, η οποία και δίνει μία ιδέα για την ωμότητα των προσβολών οι οποίες απευθύνονταν προς τον τελικό παραλήπτη.
Τέλος του ονείρου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1914, αποτέλεσε την ευκαιρία για την αποκατάσταση του πανσλαβιστικού ιδεώδους. Συγκεκριμένα, σε στρατιωτικό επίπεδο, η Τριπλή Αντάντ είχε υποσχεθεί στους Ρώσους την κατοχή της Κωνσταντινούπολης. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια του Μαρτίου του 1915, η Εκστρατεία της Καλλίπολης ολοκληρώθηκε με τη νίκη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία και διατήρησε υπό τον έλεγχό της, αμφότερες, την πόλη της Κωνσταντινούπολης και τον Ελλήσποντο. Ως εκ τούτου, το ρωσικό πανσλαβιστικό όνειρο συνέχισε να καλλιεργείται έως και τις απαρχές του 20ού αιώνα. Σήμερα, ακόμη, εξακολουθεί να βρίσκεται ζωντανό μέσα στα μυαλά εκείνα τα οποία διαπνέονται από την εθνική συνείδηση της αποδυτικοποίησης[9].
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Dostoïevski 1938, σελ. 456.
- ↑ Dostoïevski 1904, σελ. 397.
- ↑ Danilevski, σελ. 47.
- ↑ De Meaux, σελ. 293.
- ↑ De Meaux, σελ. 296.
- ↑ De Meaux, σελ. 293-294.
- ↑ De Meaux, σελ. 297.
- ↑ Dostoïevski 1938, σελ. 458.
- ↑ De Meaux, σελ. 303.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- (Γαλλικά) Dostoïevski, Fiodor (1904). Journal d'un écrivain, 1873, 1876 et 1877 (PDF). Μτφρ. Bienstock, J.-W.· Nau, John-Antoine. Παρίσι: Éditions Fasquelle.
- (Γαλλικά) Dostoïevski, Fiodor (1938). Journal d'un écrivain. Μτφρ. Chuzeville, Jean. Παρίσι: NRF-Gallimard.
- (Γαλλικά) Danilevski, Nikolaï (1890). La Doctrine panslaviste. Μτφρ. Stupiewski, J.J. Αγία Πετρούπολη.
- (Γαλλικά) Laruelle, Marlène (2004). «Existe-t-il des précurseurs au mouvement eurasiste ? L'obsession russe pour l'Asie à la fin du XIXe siècle». Revue des études slaves 75 (3-4): 437-454. doi: .
- (Γαλλικά) De Meaux, Lorraine (2008). «L'Orient russe: Représentations de l'Orient et identité russe du début du XIXe siècle à 1917». Bulletin de l'Institut Pierre Renouvin 28 (2): 113-118. doi: . ISSN 1276-8944.
- (Γαλλικά) De Méaux, Lorraine (2010). La Russie et la tentation de l'Orient. Παρίσι: Fayard. ISBN 978-2-213-63812-6.
- (Γαλλικά) Model, Serge (2024). «« Pour Dieu, le tsar et la patrie » : l’église orthodoxe russe durant la première guerre mondiale». Guerres mondiales et conflits contemporains (Presses Universitaires de France) 295 (3): 65-83. doi: . ISSN 0984-2292.
- (Γαλλικά) Viellard, Stéphane (2008). «Dostoïevski et le panslavisme». Revue Russe (30): 33-44. doi: .