Πάπας Πίος ΣΤ΄
Πάπας Πίος ΣΤ΄ | |
---|---|
Από | 15 Φεβρουαρίου 1775 |
Έως | 29 Αυγούστου 1799 |
Προκάτοχος | Κλήμης ΙΔ΄ |
Διάδοχος | Πίος Ζ΄ |
Προσφωνήσεις του Πάπα Πίου ΣΤ΄ | |
---|---|
Προσφώνηση αναφοράς | Αγιότατος |
Προφορική προσφώνηση | Αγιότατε |
Θρησκευτική προσφώνηση | Άγιος ��ατέρας |
Μεταθανάτια προσφώνηση | Δ/Δ |
Ο Πάπας Πίος ΣΤ΄ ή Τζοβάννι Άντζελο Μπράσκι (25 Δεκεμβρίου 1717 - 29 Αυγούστου 1799) ήταν αρχηγός στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και κυβερνήτης στα Παπικά Κράτη (15 Φεβρουαρίου 1775 - 29 Αυγούστου 1799).[1][2] Ο Πίος ΣΤ΄ καταδίκασε την Γαλλική Επανάσταση, ο Ναπολέων Βοναπάρτης νίκησε κατόπιν τον Παπικό στρατό και κατέλαβε τα Παπικά Κράτη (1796). Ο υπέργηρος Πίος ΣΤ΄ συνελήφθη αιχμάλωτος από τους Γάλλους, μεταφέρθηκε στο Βαλάνς της Γαλλίας όπου και πέθανε 18 μήνες αργότερα, η Παποσύνη του που κράτησε περισσότερο από 30 χρόνια θεωρείται η πέμπτη μεγαλύτερη στην παπική ιστορία, τον διαδέχθηκε ο Πάπας Πίος Ζ΄.
Ξεκίνημα της καριέρας του
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Τζιανάντζελο Μπράσκι γεννήθηκε στην Τσεζένα τα Χριστούγεννα του 1717, ήταν ο μεγαλύτερος από τα οχτώ παιδιά του Κόμη Μάρκο Αουρέλιο Τομάζο Μπράσκι (1684-1759) και της Άννα Τερέζα Μπάντι (1690-1730), βαπτίστηκε δύο μέρες αργότερα (27 Δεκεμβρίου 1717).[3] Μεγαλωμένος από τους Ιησουίτες, πραγματοποιεί νομικές σπουδές in utroque jure, που σημαίνει σε αστικό δίκαιο και σε κανονικό δίκαιο, στο Πανεπιστήμιο της Φεράρα.[4] Γίνεται στη συνέχεια γραμματέας του Καρδινάλιου Τομάζο Ρούφο, παπικού απεσταλμένου στη Φεράρα. Ο Καρδινάλιος Ρούφο τον πήρε μαζί του ως Κοσμήτορα στο Κονκλάβιο μετά τον θάνατο του πάπα Κλήμη ΙΒ΄ (1740). Όταν το αφεντικό του, διορίστηκε Πρύτανης του Ιερού Κολλεγίου, γίνεται ελεγκτής, υπεύθυνος για τη διοίκηση των επισκοπών του Βελέτρι και της Όστιας (1740 - 1753).[5].
Αποκτά τότε ισχυρούς δεσμούς φιλίας με τον διάδοχο Δον Κάρλος, όταν ο τελευταίος γινόταν ο πρώτος Βουρβόνος άρχοντας του Βασιλείου των Δύο Σικελιών. Η διπλωματική του ικανότητα του δίνει τη θέση του μυστικού αρχιθαλαμήπολου. Το 1753, με τον θάνατο του Καρδιναλίου Τομάζο Ρούφο, ο Μπράσκι γίνεται ιδιωτικός γραμματέας του πάπα Βενέδικτου ΙΔ΄. Γίνεται ιερέας το 1758. Το 1766, υπό το ποντιφικάτο του Κλήμη ΙΓ΄ (1758/1769), αναλαμβάνει θησαυροφύλακας της Αποστολικής Κάμαρας, που τον καθιστά κύριο της οικονομικής διοίκησης των Παπικών Κρατών. Στις 26 Απριλίου 1773, προβιβάζεται στη θέση του καρδινάλιου-ιερέα του Αγίου Ονοφρίου από τον πάπα Κλήμη ΙΔ΄.[6]
Ποντιφικάτο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Έναρξη του Ποντιφικάτου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Πάπας Κλήμης ΙΔ΄ πέθανε και το Κονκλάβιο συνεστήθη για να εκλέξει τον νέο Πάπα. Ο Μπράσκι υποστηρίχτηκε από την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Γαλλία επειδή ήταν ένας από τους πιο μετριοπαθείς οπαδούς του Κλήμη ΙΔ΄ που εκδίωξε τους Ιησουίτες.[5] Οι φίλοι των Ιησουιτών από την άλλη πλευρά είχαν σοβαρές ελπίδες ότι ο Μπράσκι θα αλλάξει την πολιτική του προκατόχου του, οι τάσεις αυτές τον οδήγησαν στην εκλογή του αφού κέρδισε την πλειοψηφία των εκλεκτόρων.[5] Ο Καρδινάλιος Μπράσκι εξελέγη Πάπας (15 Φεβρουαρίου 1775), επιλέγει το όνομα του Πίου ΣΤ ως φόρο τιμής στον Πίο Ε΄, πάπα της εφαρμογής του Συμβουλίου των Τριάντα και της Μάχης της Λεπάντου. Μετά την εκλογή του χρίστηκε επίσκοπος από τον Καρδινάλιο Τζιάν Φραντσέσκο Αλμπάνι (22 Φεβρουαρίου 1775) και στέφτηκε Πάπας την ίδια μέρα από τον διάσημο Καρδινάλιο Αλεσσάντρο Αλμπάνι. Ο Πίος ΣΤ', ηλικίας 58 ετών εκείνη την εποχή, θέλει να αναβιώσει το μεγαλείο του Λέοντα Ι', κάτι που θα επιφέρει την εις βάρος του κριτική του ποιητή Πασκουίνο. Βρίσκεται αντιμέτωπος με τον αυστριακό ζοζεφισμό και θα πραγματοποιήσει ακόμη κι ένα ταξίδι με προορισμό τη Βιέννη το 1782 με στόχο να πείσει τον Αυτοκράτορα Ιωσήφ Β' να εγκαταλείψει την αντικληρική πολιτική του.
Ο Πίος ΣΤ' και η Γαλλική Επανάσταση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Λίγο καιρό αργότερα, ο Πίος ΣΤ' βρέθηκε αντιμέτωπος με τις συνέπειες της Γαλλικής Επανάστασης :
- την εθνικοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας,
- την κατάργηση από την Εθνική Συνέλευση των μοναστικών όρκων (νόμος της 13ης Φεβρουαρίου 1790) και την απομάκρυνση των θρησκευτικών ταγμάτων εκτός αυτών που δραστηριοποιούνται στην εκπαίδευση και τις αγαθοεργίες, οδηγώντας έτσι στην απομάκρυνση 100 000 κληρικών (μοναχών, κανόνων, κτλ.), είτις τα δύο τρίτα του κλήρου εκείνης της εποχής στη Γαλλία,
- το σχέδιο πολιτικού συντάγματος για τον κλήρο (υιοθετήθηκε από την Εθνική Συνέλευση στις 12 Ιουλίου 1790),
- όπως και και την κατάσταση σχίσματος που είχε ως επακόλουθο, ανάμεσα στους « υπέρ του συντάγματος » ιερείς και επισκόπους και τους "αντισυνταγματικούς" ιερείς και επισκόπους.
Ο Πίος ΣΤ΄ γνωστοποίησε, στις 9 Ιουλίου 1790, στο Βασιλιά της Γαλλίας, Λουδοβίκο ΙΣΤ΄ ότι αντιτίθετο στο σχέδιο εκλαΐκευσης του κλήρου. Έγραψε, επίσης, σχετικώς στους αρχιεπισκόπους του Μπορντό και της Βιέν στις 10 Ιουλίου 1790.
Στις 10 Μαρτίου 1791, ο Πίος ΣΤ΄ απέστειλε το σύντομο χειρόγραφό του « Quod Aliquantum » στον Καρδινάλιο της Λα Ροσφουκώ. Σε αυτό ανέλυε το περιεχόμενο της εκλαΐκευσης του κλήρου, καταδικάζοντάς την. Ωστόσο ανέφερε: « Δεν Έχουμε ακόμη, μέχρις αυτό το σημείο, κεραυνοβολήσει, ως Εκκλησία, τους δημιουργούς αυτής της ατυχούς αναδιάρθρωσης του κλήρου » [7]. Οι απειλές αφορισμού και αναθέματος ήταν έμμεσες. Στην αποστολική του επιστολή « Caritas » της 13ης Απριλίου 1791, ο Πίος ΣΤ΄ άσκησε οξεία κριτική στις νέες εκλογές επισκόπων, και την ευλογία τους από τον επίσκοπο του Ωτάν. Ανακήρυξε σχισματικά τα παρακάτω λόγια του νέου επισκόπου του Κιμπέρ: «Η μεταρρύθμιση αυτή δεν αλλάζει σε τίποτα το δόγμα, του οποίου μεταρρυθμίζει μονάχα τον κανονισμό, και την ξανακαλεί στην αγνότητα των πρώτων αιώνων» [8]. Οι ιερατικές του ενέργειες κηρύχτηκαν ανορθόδοξες, ενώ απειλήθηκε με αναθεματισμό. Ωστόσο, ο Πίος ΣΤ΄ επαναδιατύπωσε μια πιο επιφυλακτική θέση απέναντι στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση : «Ανακοινώσαμε ότι Αποφύγαμε, μέχρις εδώ, να Αποκηρύξουμε από την Εκκλησία τους συγγραφείς αυτής της ατυχούς μεταρρύθμισης ».
Ωστόσο, ένα από τα σημεία της ήγειρε ερωτήματα. Η αντίδραση του Πίου ΣΤ΄ σε σχέση με την εκλαΐκευση του κλήρου δεν έχει, ακόμη και σήμερα, διαλευκανθεί. Του καταλογίζεται συχνά η καθυστερημένη του αντίδραση σε σχέση με τα γεγονότα. Η καθυστέρηση αυτή άφησε ιερείς και επισκόπους στην αμφιβολία αναφορικά με τη στάση τους απέναντι στον όρκο πίστης στο Έθνος, το νόμο, τον βασιλιά, προκαλώντας διχασμό στις γαλλικές επαρχίες στη διάρκεια των πρώτων έξι μηνών του έτους 1791, και δημιουργώντας ένα πραγματικό σχίσμα. Το ζήτημα αυτό αποτέλεσε αντικείμενο συζητήσεων μεταξύ των ιστορικών των θρησκειών. Υπάρχουν αρχεία επί αυτού του θέματος στη Γαλλία.
Το 1793, μετά τη διακήρυξη της Δημοκρατίας ως πολίτευμα στη Γαλλία, μια επιτροπή αποφάσισε την παύση της χρήσης του γρηγοριανού ημερολογίου και την αντικατάστασή του από ένα δημοκρατικό ημερολόγιο με εβδομάδες διάρκειας δέκα ημερών, χωρίς την παρουσία Κυριακών.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Pastor, 39, σ. 22
- ↑ Eamon Duffy, Saints & Sinners: A History of the Popes, (Yale University Press, 2001), 254
- ↑ http://www2.fiu.edu/~mirandas/bios1773-iii.htm
- ↑ Ott, Michael (1911). "Pope Pius VI". In Herbermann, Charles (ed.). Catholic Encyclopedia. Τομ. 12. New York: Robert Appleton Company
- ↑ 5,0 5,1 5,2 Chisholm, Hugh, ed. (1911). "Pius". Encyclopædia Britannica (11th ed.). Cambridge University Press
- ↑ McBrien, Richard P. (1997). Lives of the Popes: The Pontiffs from St. Peter to Benedict XVI. San Francisco: HarperCollins. σ. 328
- ↑ Pie VI dans son bref « Quod Aliquantum » du 10 mars 1791, §66
- ↑ Ο Πίος ΣΤ΄ στην αποστολική του επιστολή « Caritas » της 13ης Απριλίου 1791, § Αίρεση, σχίσμα, ιεροσυλία.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Browne-Olf, Lillian. Their Name Is Pius (1941)
- Collins, Jeffrey. Papacy and politics in eighteenth-century Rome: Pius VI and the arts (Cambridge University Press, 2004)
- Hales, E.E.Y. Revolution and Papacy, 1769–1846 (Hanover House, 1960)
- Pastor, Ludwig von, 1952. The History of the Popes from the close of the Middle Ages, (St. Louis : Herder)
- Sampson, Donat. "Pius VI and the French Revolution,” The American Catholic Quarterly Review 31, January – October 1906.
- Souvay, Charles L. "The French Papal States during the Revolution." Catholic Historical Review 8.4 (1923): 485–496.