Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αρχή της επικουρικότητας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Αναιρέθηκε Οπτική επεξεργασία Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Vagrand (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Αναίρεση έκδοσης 8587587 από τον 79.103.69.163 (Συζήτηση)
Ετικέτα: Αναίρεση
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{μορφοποίηση}}
{{μορφοποίηση}}
{{πηγές|10|11|2020}}
{{πηγές|10|11|2020}}
ελάτε να παίξουμε ένα παιχνιδάκι γρίφων. Το πρώτο στοιχείο: τα εκτελέστηκα όργανα της χώρας μα είναι οι Α.....

Η '''επικουρικότητα''' (αγγλ. subsidiarity) είναι μια αρχή της κοινωνικής οργάνωσης κατά την οποία τα διάφορα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα διευθετούνται στο πιο άμεσο (ή τοπικό) επίπεδο που είναι κατάλληλο για την επίλυσή τους. Κατά άλλον ορισμό (Αγγλικό Λεξικό Oxford), είναι η αρχή κατά την οποία μια κεντρική εξουσία πρέπει να έχει επικουρικό ρόλο, εκτελώντας μόνο αυτές τις πράξεις που δεν μπορούν να εκτελεστούν σε περισσότερο τοπικό επίπεδο. Ο όρος εισήχθη για πρώτη φορά το 1891 από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Η αρχή αυτή εφαρμόζεται στους χώρους της διοίκησης, των πολιτικών επιστημών, της κυβερνητικής κλπ.
Η '''επικουρικότητα''' (αγγλ. subsidiarity) είναι μια αρχή της κοινωνικής οργάνωσης κατά την οποία τα διάφορα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα διευθετούνται στο πιο άμεσο (ή τοπικό) επίπεδο που είναι κατάλληλο για την επίλυσή τους. Κατά άλλον ορισμό (Αγγλικό Λεξικό Oxford), είναι η αρχή κατά την οποία μια κεντρική εξουσία πρέπει να έχει επικουρικό ρόλο, εκτελώντας μόνο αυτές τις πράξεις που δεν μπορούν να εκτελεστούν σε περισσότερο τοπικό επίπεδο. Ο όρος εισήχθη για πρώτη φορά το 1891 από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Η αρχή αυτή εφαρμόζεται στους χώρους της διοίκησης, των πολιτικών επιστημών, της κυβερνητικής κλπ.



Έκδοση από την 00:24, 22 Δεκεμβρίου 2020

Η επικουρικότητα (αγγλ. subsidiarity) είναι μια αρχή της κοινωνικής οργάνωσης κατά την οποία τα διάφορα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα διευθετούνται στο πιο άμεσο (ή τοπικό) επίπεδο που είναι κατάλληλο για την επίλυσή τους. Κατά άλλον ορισμό (Αγγλικό Λεξικό Oxford), είναι η αρχή κατά την οποία μια κεντρική εξουσία πρέπει να έχει επικουρικό ρόλο, εκτελώντας μόνο αυτές τις πράξεις που δεν μπορούν να εκτελεστούν σε περισσότερο τοπικό επίπεδο. Ο όρος εισήχθη για πρώτη φορά το 1891 από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Η αρχή αυτή εφαρμόζεται στους χώρους της διοίκησης, των πολιτικών επιστημών, της κυβερνητικής κλπ.

Η αρχή της επικουρικότητας είναι μια από τις Βασικές Αρχές του Ευρωπαϊκού Δικαίου, μαζί με την αρχή ειδικής εξουσιοδότησης, την αρχή αναλογικότητας και την αρχή κοινοτικής καλής πίστης. Ορίζει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να δρα σε τομείς που δεν αποτελούν αρμοδιότητά της μόνο όταν η δράση της είναι πιο αποτελεσματική από αυτή των εθνικών κυβερνήσεων ή περιφερειακών ολοκληρώσεων. Ως στόχο έχει την λήψη αποφάσεων σε επίπεδο όσο το δυνατόν πιο κοντινό στους πολίτες.

Ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση[1]:

Η Κοινότητα δρα μέσα στα όρια των αρμοδιοτήτων που της αναθέτει και των στόχων που της ορίζει η παρούσα συνθήκη.

Στους τομείς που δεν υπάγονται στην αποκλειστική της αρμοδιότητα, η Κοινότητα δρα σύμφωνα με την αρχή επικουρικότητας, μόνον εάν και στο βαθμό που οι στόχοι της προβλεπόμενης δράσης είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύνανται συνεπώς, λόγω των διαστάσεων ή των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο.

Δείτε επίσης

Οι υπόλοιπες Αρχές Ευρωπαϊκού Δικαίου:

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

  1. «EUR-Lex - 12012M005 - EN - EUR-Lex». eur-lex.europa.eu (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 4 Μαΐου 2019.