Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2021

Ωδή στη Black Orchid

 


 Ο Σταύρος Παράβας, σε μια σκηνή της  ταινίας "Το κοροϊδάκι της Πριγκηπέσσας" εξηγούσε στον κινηματογραφικό αδελφό του τα πλάνα του για ένα επερχόμενο πάρτυ. Είχε σκοπό να εντυπωσιάσει τα πλήθη και, πάνω απ΄ όλους και όλα, τη σνομπ - και κατά φαντασίαν, εδώ που τα λέμε- γαλαζοαίματη του τίτλου. 

"Μπουκάρω στο σπίτι, κάνουν όλοι ΑΑΑΑΑΑ!" έλεγε με καμάρι. 

Για τέτοιο τσαμπουκά μιλάμε.

'Ετσι δυναμικά και τσαμπουκαλεμένα μπήκε στη δική μου ζωή, πριν από καμια δεκαπενταετία,  η Black Orchid. Το πρώτο αρωματικό δημιούργημα του Tom Ford, για το δικό του brand, καθώς είχε ήδη δώσει  δείγματα γραφής.  Είχα αγαπήσει το υπέροχο Nu, που γεννήθηκε όταν ο Tom ήταν δημιουργικός διευθυντής του οίκου Yves Saint Laurent, αλλά η μαύρη ορχιδέα ήταν suis generis. 

Μία κατηγορία από μόνη της. 

Τη μύρισα πρώτη φορά σε δείγμα που φιλοξενούσε ένα αμερικάνικο περιοδικό, έκανα  "ΑΑΑΑΑΑ!", γιατί η πρώτη εικόνα που σχηματίστηκε μπροστά στα μάτια μου ήταν αυτή μιας μαυροντυμένης σειρήνας με μοιραίο ύφος και κατακόκκινα χείλη που τραβάει  όλα τα βλέμματα σαν μαγνήτης, και περίμενα υπομονετικά την άφιξή της στα ελληνικά καταστήματα. Από την πρώτη εισπνοή καταλαβαίνεις ότι αυτό το άρωμα ή το λατρεύεις ή το μισείς. Ή λατρεύεις να το μισείς. Δυνατό, πρωτότυπο, ζωώδες, περισσότερο βρώμικο παρά φρέσκο, μυρίζει τρούφα θυμίαμα σοκολάτα και σανδαλόξυλο, με μια τζούρα ζεστής ιδρωμένης σάρκας, και φυσικά ορχιδέα. Ένα μαγικό ελιξίριο που  ζαλίζει. 

Στην κυριολεξία. 

Όταν έφτασε τελικά στα χέρια μου, ο πρώτος γενναιόδωρος ψεκασμός με έφερε στα όρια της λιποθυμίας και μου χάρισε έναν δυνατό πονοκέφαλο. Πρώτη φορά  μύριζα  eau de parfum τόσο δυνατό, η αρωματισμένη σελίδα του περιοδικού δεν με είχε προετοιμάσει για την πραγματική ένταση του αρώματος. Από την αρχή φρόντισε να μου δείξει τον ιδιότροπο χαρακτήρα της, αλλά ήταν ήδη αργά. Εϊχα αποφασίσει ότι εγώ θα μύριζα  έτσι, πάση θυσία. Εγώ θα προσαρμοζόμουν στο άρωμα, όχι αυτό σε εμένα.  Η λύση που βρήκα, ένας ας πούμε συμβιβασμός, ήταν να ψεκάζω μία φορά τη φόδρα στα πανωφόρια μου, και αυτή η μία φορά ήταν αρκετή για να περνάω ολόκληρη τη μέρα μου μέσα στο ευωδιαστό συννεφάκι μου. Παρά τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της, η μαύρη ορχιδέα είχε γίνει αφορμή για πολλά κοπλιμέντα και οφείλω να ομολογήσω ότι μαζί δημιουργήσαμε πολύ όμορφες αναμνήσεις. 

Στα χρόνια που ακολούθησαν, περισσότερα από δέκα, το μαύρο μπουκαλάκι με τις χρυσές λεπτομέρειες βρισκόταν πάντα στη ζωή μου. Και όπως συχνά συμβαίνει στις μακροχρόνιες σχέσεις, κάποια στιγμή άρχισαν οι πρώτες γκρίνιες και οι προστριβές. Καταρχάς, όσο και να την αγαπούσα, δεν μπορούσα να παραβλέψω ότι η μυρωδιά κάθε νέας συσκευασίας ήταν πιο αδύναμη από την προηγούμενη. Στην αρχή αυτό το είδα σαν κάτι θετικό, αλλά έφτασε η στιγμή που η άλλοτε λαμπερή και απαστράπτουσα ορχιδέα μου ήταν η σκιά του εαυτού της, τόσο ώστε αν δεν είχε αγοραστεί από αξιόπιστο κατάστημα θα είχα αμφιβολίες για την αυθεντικότητα του εμπορεύματος. Για να μην γίνομαι άδικη, είναι γνωστό πως όσο περνάνε τα χρόνια όλο και  αυξάνονται οι περιορισμοί στις πρώτες ύλες της αρωματοποιίας, καθώς κάποιες χαρακτηρίζονται αλλεργιογόνες. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα διάφορα αρώματα να υπόκεινται αναγκαστικά σε reformulation. Δεν γνωρίζω αν κάτι τέτοιο συνέβη στην ορχιδέα, πάντως δίνω ένα benefit of the doubt, έτσι γιατί αισθάνομαι μεγαλόψυχη στην τοποθεσία "γραφείο μου". 

Πέραν τούτου, αφού πέρασε ο μήνας του μέλιτος και κάμποσα ευτυχισμένα χρόνια, δειλά δειλά κάτι - που δεν μπορούσα να προσδιορίσω- άρχισε να με ενοχλεί. Δεν ήταν οι νότες, τις λάτρευα και τις λατρεύω, ούτε η "βρωμιά" που ξεφεύγει από τα συνηθισμένα αρώματα που μυρίζουν  σαν την πρώτη ημέρα της άνοιξης. Αντί να κάτσω να σκάσω, αποφάσισα να ακολουθήσω την εύκολη οδό: Άρχισα να ξενοκοιτάζω.  Το περίεργο είναι πως κάποιοι από τους καινούριους αρωματικούς μου έρωτες ήταν ακριβώς το αντίθετο από τη Black Orchid. Ανάλαφροι και αέρινοι, σαν το tutu μιας μπαλαρίνας, λουλουδένιοι, γεμάτοι φρεσκάδα και φως. Κι  ενώ ήμουν βέβαιη πως μόνο εγώ μπορούσα να μυρίσω αυτές τις τόσο ελαφριές συνθέσεις, πολύ συχνά άκουγα άκρως κολακευτικά σχόλια για τις αρωματικές επιλογές μου. Αυθόρμητα και ενθουσιώδη, όπως αυτό ενός οδηγού ταξί, ο οποίος σε ολόκληρη τη διαδρομή δεν σταμάτησε να επαναλαμβάνει "Τι όμορφα που μυρίζετε! Ωραία κολώνια φοράτε!". Δεν γνωρίζω αν η Mathilde Laurent θα χαιρόταν ακούγοντας να χαρακτηρίζουν ένα από τα οσφρητικά κοσμήματα που έχει δημιουργήσει απλά "κολώνια", αλλά τέτοιο ενθουσιασμό είχα να δω από τότε που κατακτήσαμε το Euro, πίσω στο ηρωικό 2004. 

Η σχέση μου με τη μαύρη ορχιδέα συνεχίστηκε, με πολλά σκαμπανεβάσματα, ώσπου σε κάποια βραδινή έξοδο αισθάνθηκα τόσο ξένη τη μυρωδιά της, σαν να κουβαλούσα μαζί μου έναν ακόμα άνθρωπο. Έναν άγνωστο άνθρωπο, που με υποχρέωνε να μυρίζω όπως ήθελε αυτός, και μόλις επέστρεψα στο σπίτι βιάστηκα να καταχωνιάσω τα ρούχα μου στο καλάθι με τα άπλυτα. 

Εκείνο το βράδυ συνειδητοποίησα τί ήταν εν τέλει αυτό που με ενοχλούσε τόσο καιρό στην πάλαι ποτέ αγαπημένη μου: Το θράσος της. Η έλλειψη διακριτικότητας. Το γεγονός ότι ναι μεν τραβάει την προσοχή, αλλά αυτό συμβαίνει γιατί κάνει πολύ θόρυβο. Την προσέχεις, γιατί απλά δεν σου αφήνει περιθώριο να μην την προσέξεις.

Η δύναμή της δεν είναι ήρεμη. Είναι ο Σβαρτσενέγκερ στον "Εξολοθρευτή". Η πολυτέλειά της δεν είναι ήσυχη. Δεν είναι η Audrey με το μικρό μαύρο φόρεμα του Givenchy, ούτε η Λετίσια της Ισπανίας υπέρκομψη ακόμα και όταν φοράει Mango ή H&M. Είναι οι Καρντάσιανς και οι λοιποί συγγενείς τους. Είναι ένα μοντέλο του ίνσταγκραμ που  τικάρει όλα τα κουτάκια, μαλλί, νύχι, πόζα,  και 27 διαφορετικά φίλτρα, και γι' αυτό είναι σέεεεκσυυυυ. 

Μετά από αυτή τη διαπίστωση, έπρεπε πια να ασχοληθώ σοβαρά με το μέλλον αυτής της σχέσης. Αγαπητή Black Orchid, ζήσαμε παρέα τόσα χρόνια, περάσαμε καλά, δε λέω, αλλά τα πράγματα έχουν αλλάξει από καιρό και πρέπει να πάρουμε τις αποφάσεις μας: Χωρίζουμε ή μένουμε μαζί για τα παιδιά;

Για να μην τα πολυλογώ, χωρίσαμε. 

Η μαύρη ορχιδέα έγινε μέλος της παρέας αυτών που μπήκαν στη ζωή μου με τσαμπουκά,  προκαλώντας επιφωνήματα θαυμασμού "ΑΑΑΑΑΑ!", μη σου πω και "ΩΩΩΩΩΩ!", αλλά στην πορεία κάπως, κάπου, χαθήκαμε στη μετάφραση, στράβωσε ο γυαλός ή απλά λοξοδρομήσαμε,  και  το ενθουσιώδες επιφώνημα έγινε "ΩΩΩΩΧΧΧΧ!" για να καταλήξει τελικά στο "ΟΞΩ ΡΕ!", με φωνή και στυλ Διονύση Παπαγιαννόπουλου, παραμένοντας πιστή στο κινηματογραφικό concept.

Το τελευταίο μαύρο μπουκαλάκι   στέκεται παροπλισμένο, μισογεμάτο ή μισοάδειο, ανάλογα με το βαρόμετρο της αισιοδοξίας, μέσα στον κρυστάλλινο δίσκο που φιλοξενεί τις αρωματικές μου αγάπες. Πότε πότε ανοίγω το καπάκι του, παίρνω μια βαθιά ανάσα και ταξινομώ όλα τα συναισθήματα και τις αναμνήσεις που ξετρυπώνουν από τη φωλιά τους, σαν τα ξέφτια ενός μεγάλου έρωτα που -αγνωστο πως- κουβαλάνε μόνο τις καλές στιγμές και σε ξεγελάνε... Τόσο πολύ, και με τέτοια μαεστρία, που καταλήγεις να σπαζοκεφαλιάζεις και να αναρωτιέσαι "Γιατί;"

Γιατί κάποτε ταιριάζαμε. Τώρα όχι. Γι' αυτό.


Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2021

New normal (?)




 Το βράδυ πριν από την ανακοίνωση του πρώτου lockdown τράβηξα με το κινητό μία φωτογραφία το μανικιούρ μου. Πρωτότυπο, υπέρκομψο, υπέροχο, μαγνήτης αμέτρητων κοπλιμέντων και καμάρι της nail artist. Είχα κλείσει  ραντεβού για την επόμενη, για να το αφαιρέσω. Δεν είχαν περάσει  τρεις εβδομάδες από την τελευταία ανανέωση, όμως όσο κι αν προσπαθούσα να αγνοήσω τη φωνή της λογικής που ψιθύριζε - ή μάλλον ξεφώνιζε κρατώντας τηλεβόα - πως ίσως και να μην ήταν καλή ιδέα να περιμένω λίγες μέρες ακόμα, έκλεισα με ενθουσιασμό το μόνο διαθέσιμο ραντεβού (καταμεσήμερο, από ακύρωση όπως πληροφορήθηκα) και αρκέστηκα στην αναμνηστική φωτογραφία. Με  νύχια απαλλαγμένα από το παραμικρό ίχνος ακρυλικού, παρακολούθησα τις ανακοινώσεις για τα μέτρα προστασίας. 

Η συνέχεια γνωστή και οι επόμενες δύο εβδομάδες κρίσιμες. 

Δεν πρόκειται να υποστηρίξω ότι  οι μήνες του εγκλεισμού ήταν  ευκαιρία για ξεκούραση, παρόλο που - η πρώτη φάση τουλάχιστον - με βρήκε πιο κουρασμένη από ποτέ. Ούτε ευκαιρία για σπιτικά ζυμώματα και γυμναστική. Με μαμά  άξιο τέκνο του φούρναρη παππού και τη χρόνια λατρεία μου για το kickboxing, και τα δύο σπορ δεν μας απολείπουν. Τώρα που το ξανασκέφτομαι, βέβαια, ποτέ άλλοτε δεν δοκίμασα τόσες πολλές διαφορετικές εκδοχές του χριστουγεννιάτικου panettone. Ούτε άδραξα την ευκαιρία για να τα βρω με τον εαυτό μου. Been there, done that.  Δεν πρόκειται, φυσικά, να υποστηρίξω ότι δεν φοβήθηκα. Έπλυνα τα χέρια μου (ακόμα πιο) σχολαστικά. Είδα πολλές ταινίες, αυτό μάλιστα, και πολύ θέατρο, και διάβασα βιβλία.  Παρακολούθησα -και παρακολουθώ-  όλες τις εξελίξεις, αλλά μου απαγόρευσα να στήνομαι μπροστά στην τηλεόραση κάθε απόγευμα για την ενημέρωση. Το έκανα κάμποσες μέρες στην αρχή και, δεν ξέρω, το αισθάνθηκα σαν μια μορφή άνευ λόγου αυτοκακοποίησης και αυτοτιμωρίας.  Είδα ένα ασθενοφόρο να σταματά στη διπλανή  πόρτα και το πλήρωμά του, με τις στολές που θυμίζουν αστροναύτες, να μεταφέρει μια παιδική φίλη και τον άντρα της στο νοσοκομείο. Ευτυχώς, γρήγορα  γύρισαν στο σπίτι τους. Δυστυχώς, ένας άλλος γείτονας, νεότατος, δεν στάθηκε το ίδιο τυχερός. 

Αποδέχτηκα με κόπο ότι τελικά σε περιόδους κρίσης καθένας βγάζει στην επιφάνεια αυτό που έχει μέσα του σε περίσσευμα. Μεγάλη πίκρα αυτό, αλλά το προτιμώ από τα τσιτάτα που υποστηρίζουν ότι όλοι, μα όλοι πχια, βγαίνουμε καλύτεροι από κάτι τέτοιες καταστάσεις. Όχι, είδα συμπεριφορές που δεν δικαιολογούνται από καμία πανδημία, από κανέναν εγκλεισμό. Με υπερβολική δόση κατανόησης, ίσως να δικαιολογούνται σε κακομαθημένα τρίχρονα που δεν τους αγόρασαν τη Barbie που ήθελαν. "Καθένας το παλεύει όπως ξέρει και μπορεί" που λέει και το άσμα, αλλά όταν έχει μπει ολόκληρος πλανήτης σε pause, καθένας  μπορεί να χαμηλώσει ένα τσακ το volume του εγωκεντρισμού. Γνώμη μου. Κάποια στιγμή θα περάσει όλο αυτό, και τότε τι; What happens in Vegas, stays in Vegas? Sorry, την ίδια πανοπλία θα φοράμε και τότε, δεν έχουμε δεύτερη, και αφού μια ζωή την έχουμε γιατί να μην τη γλεντήσουμε με αυτούς που πραγματικά νοιάζονται; Ρητορική η ερώτησις. Όχι πως χρειαζόταν να το διευκρινίσω δηλαδή. 

Γενικά μιλώντας, προσπάθησα να παραμείνω zen. Αυτό ήταν, και είναι, το mood. Κάτι καταφέρνω, αν και οι προκλήσεις δεν λείπουν. Παραδείγματος χάριν, έκλεισα τα 40 εν μέσω αυστηρού lockdown. Κυρ Στέφανε! Πιάσε μια μετακίνηση 6 να το γιορτάσουμε. Ναι, ναι... Τον γύρο του τετραγώνου θα κάνουμε! 

Μετά από ένα χρόνο -και βάλε- που καίγαμε εγκεφαλικά κύτταρα μπροστά σε οθόνες και καιγόμασταν να μάθουμε πότε επιτέλους θα βγει από την εξίσωση της ζωής μας ο ιός, κάηκε και η χώρα. Στην κυριολεξία αυτή τη φορά. Για λίγο μπήκαν στην άκρη οι ανακοινώσεις για τεστ, κρούσματα και νεκρούς, και όπου έπεφτε το βλέμμα συναντούσε φλόγες. Μέρα και νύχτα, εικοσιτετράωρα ολόκληρα, θαρραλέοι (;) ρεπόρτερ πλησίαζαν υπερβολικά κοντά στις εστίες της φωτιάς, λες και έκαναν διαγωνισμό, ποιος είναι ο πιο ατρόμητος και ποιος θα κάνει τις πιο ενοχλητικές ερωτήσεις (για όνομα του Θεού, ερωτήσεις!) στους πυροσβέστες και στους εθελοντές που πάλευαν να σώσουν ό,τι μπορούσαν.  Θα μου πεις και ο Hemingway έστελνε τις ανταποκρίσεις του από το μέτωπο, αλλά βρε παιδί μου έβαζε κι ένα χεράκι. Βοηθούσε. Δεν μπλεκόταν στα πόδια των ανθρώπων, με το μικρόφωνο στο χέρι...

Έπαθα σοκ και έμεινα να κοιτάω την οθόνη της τηλεόρασης σαν υπνωτισμένη, ενώ η καρδιά μου κόντευε να σπάσει, όταν η φωτιά -σε απευθείας μετάδοση- έμπαινε στον αγαπημένο μου καλοκαιρινό προορισμό, εκεί που έχω περάσει περισσότερα από τα μισά καλοκαίρια της ζωής μου.  Στο χωριό μου, όπως αποκαλώ τον μικρό καταπράσινο παράδεισο της Βόρειας Εύβοιας. Έβλεπα τις φλόγες και  σκεφτόμουν ότι παραδίπλα ήταν το κτίριο που στέγαζε τον θερινό κινηματογράφο. Κάθε μέρα έβγαινε στους δρόμους το αυτοκίνητο που ενημέρωνε για την ταινία που θα παιζόταν το βράδυ. Πόσο είχα γελάσει όταν, το σωτήριο έτος 1998, άκουσα τη γνώριμη φωνή να μας ενημερώνει ότι το βράδυ δεν έπρεπε να χάσουμε ΤΟ αριστούργημα ... Τον "Τετανικοοοοοοοο"! Θα μπορούσε να γυριστεί και sequel, σοβαρά τώρα, δεν έδινε φοβερή πάσα για τον "Αντιτετανικό"; Φθηνά τη γλίτωσε το χωριουδάκι μου, αλλά πόση ανακούφιση μπορείς να νιώσεις, αν αναλογιστείς την καταστροφή; 

Είχε γράψει κάποτε ο Γιάννης Μαρής δύο βιβλία με τίτλους που θα ταίριαζαν γάντι στο φετινό καλοκαίρι: "Το καλοκαίρι του φόβου" το ένα, "Επικίνδυνο καλοκαίρι" το άλλο. Απ' όλα είχε ο μπαξές. Σε μια ένδειξη καλής θέλησης, το αποχαιρέτησα στα καθίσματα ενός άλλου θερινού σινεμά.  Μασουλώντας ποπ κορν, σαχλαμαρίζοντας, γελώντας, κοιτώντας με μισό μάτι την κυρία που έφτασε τελευταία και καταϊδρωμένη και μετέφερε την καρέκλα της στο κέντρο του διαδρόμου, γιατί "Δεν πειράζει, εεεε; Στη γωνία δεν βλέπω" και με τη φευγαλέα σκέψη, κάποια στιγμή που το άρωμα του γιασεμιού συνάντησε τις υπέροχες μουσικές του Zbigniew Preisner, ότι  και το new normal έχει ψυχή. 

Κι ας φλερτάρει καθημερινά με το να βγάλει τη δική μας...

Τρίτη 12 Ιουνίου 2018

Εγώ αποστέλνω, εσύ αποστέλνεις...






Άνοιξα πριν λίγο καιρό ένα e-mail επαγγελματικό και η αποστολέας έγραφε με στόμφο "Αγαπητή Κυρία Τάδε σας αποστέλνω κλπ κλπ". Άνοιξα και ένα ακόμα από την ίδια αποστολέα. "Αγαπητή Κυρία Τάδε σας αποστέλνω κλπ κλπ". Ούτε αποστέλλω, ούτε στέλνω. Πάλι καλά που δεν προχώρησε σε αποστολή του επικού "ξαποστέλνω". Δεν ήταν η ατυχής επιλογή ρήματος, ούτε κάποια σκόρπια ορθογραφικά λαθάκια, ήταν το επίσημο ύφος που είχε ποτίσει κάθε μία λέξη και κάθε σημείο στίξης που μου έκανε τη ζημιά. Σαν να είχε φορέσει τα καλά της για να τιμήσει την παραλήπτρια του μηνύματός της και εγώ αντί να το εκτιμήσω έμενα με το βλέμμα γεμάτο αποδοκιμασία καρφωμένο  σε έναν πόντο που έφυγε από το καλσόν της. Είμαι από αυτές που φροντίζουν πάντα να έχει γραμμούλα το t και τελίτσα το i. Στο messenger αν γράψω μία λέξη λάθος στέλνω μήνυμα με  αστεράκι και το λάθος διορθωμένο. Αν έχω αμφιβολία για την κλίση ενός ρήματος το ψάχνω στο ίντερνετ.  Στο δρόμο  για το σπίτι  ονειροπολούσα, όπως ονειροπολεί κανείς ότι κέρδισε το τζακ ποτ στο τζόκερ και ξοδεύει τα ολοκαίνουργιά  του εκατομμύρια σε ταξίδια, γρήγορα αυτοκίνητα και φιάλες σαμπάνιας των τριάντα λίτρων. Μόνο που σκεφτόμουν ότι έστελνα μηνύματα γεμάτα λάθη, γραμματικά και συντακτικά και σε λάθος παραλήπτες και με το "παρακαλώ βρείτε συνημμένο" γραμμένο αλλά το συνημμένο να λείπει. Κι ενώ τα έβλεπα να αναβοσβήνουν στην οθόνη μου σαν νέον επιγραφές, πατούσα "αποστολή" και μετά σήκωνα τους ώμους αδιάφορα και ανακοίνωνα σε ένα αόρατο κοινό "Σιγά... δεν πέθανε κανείς!" ¯\_(ツ)_/¯

02.04.2018