Κουκουβάγια ή Γλαύκα ονομάζεται κάθε μέλος της βιολογικής τάξης Γλαυκόμορφα (Strigiformes), η οποία ανήκει στην ομοταξία των Πτηνών (Aves), περιλαμβάνοντας περίπου 200 είδη αρπακτικών και στην πλειονότητά τους νυκτόβιων πουλιών. Κατανέμονται σε όλες τις ηπείρους εκτός της Ανταρκτικής και έχουν αναπτύξει αξιόλογες προσαρμογές στη νυχτερινή διαβίωση. Διακρίνουμε δυο οικογένειες γλαυκών: την οικογένεια των Τυτονιδών (Tytonidae) η οποία περιλαμβάνει λιγοστά (16) είδη και την οικογένεια των Γλαυκιδών (Strigidae) όπου ανήκουν τα περισσότερα είδη κουκουβάγιας.

Κουκουβάγια
Χρονικό πλαίσιο απολιθωμάτων:
ύστερη Παλαιόκαινος - σήμερα
Μικρή Κουκουβάγια, Athene noctua
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Ομοταξία: Πτηνά (Aves)
Τάξη: Γλαυκόμορφα (Strigiformes)
Wagler, 1830
Οικογένειες

Στριγγίδαι (Strigidae)
Τυτονίδαι (Tytonidae)
Ogygoptyngidae
Palaeoglaucidae
Protostrigidae
Sophiornithidae

Ονομασία

Επεξεργασία

Σύμφωνα με τις επικρατέστερες ετυμολογικές προσεγγίσεις η λέξη γλαυξ έχει άμεση σχέση με το γλαυκός (ο έχων ανοιχτό γαλάζιο χρώμα) και δόθηκε στα συγκεκριμένα πτηνά από τους αρχαίους Έλληνες εξαιτίας του λαμπερού και σπινθηροβόλου βλέμματος του πουλιού. Η επιστημονική ονομασία Strigiformes (Στριγγόμορφα), καθώς και το όνομα της οικογένειας των Στριγγιδών, ετυμολογούνται από το αρχαίο ελλ. στρίγξ, λατ. strix, το οποίο αποτελεί ηχομιμητικό της εκφραστικής φωνής του πουλιού και έχει άμεση σχέση με το ρήμα "τρίζω", καθώς και με το νεοελληνικό "στρίγγλα". "Τυτώ" ήταν στην αρχαιότητα, όπως και σήμερα, το όνομα της γλαύκας "Τυτώ η λευκή" (Tyto alba).

Πρέπει να τονιστεί πως στα Ελληνικά ο όρος "κουκουβάγια" αναφέρεται συχνά μόνο στο είδος Μικρή Κουκουβάγια ή Αθηνά η νυκτία (Athene noctua), ενώ για τα υπόλοιπα Γλαυκόμορφα χρησιμοποιείται ο όρος "γλαύκα". Παρόλα αυτά ο όρος κουκουβάγια δεν περιορίζεται σε μόνο ένα είδος, αλλά επιστημονικά περιγράφει εξίσου όλα τα μέλη της βιολογικής τάξης Γλαυκόμορφα.

Ανατομικά χαρακτηριστικά

Επεξεργασία

Οι γλαύκες έχουν ιδιαίτερη μορφή, η οποία χαρακτηρίζεται από αξιοσημείωτες προσαρμογές στις ανάγκες ενός νυκτόβιου θηρευτή. Έχουν μακριές και στρογγυλεμένες φτερούγες, κοντή ουρά και ένα δυσαναλόγως μεγάλο κεφάλι με ένα δισκοειδές μεγάλο πρόσωπο. Τα ράμφη τους είναι κυρτά και γαμψά. Όλες οι γλαύκες έχουν ιδιαίτερα οξυμένες τις αισθήσεις της ακοής και της οράσεως. Τα μάτια είναι τοποθετημένα μπροστά, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται στερεοσκοπική όραση, κάτι το οποίο είναι απαραίτητο σε κάθε θηρευτή, ώστε να μπορεί να κάνει σωστή εκτίμηση αποστάσεων και ταχυτήτων.

Τα όργανα της ακοής είναι τοποθετημένα ασύμμετρα στο κεφάλι του πτηνού και η διαμόρφωση του προσώπου είναι τέτοια, ώστε να κατευθύνει τα ακουστικά κύματα στους ακουστικούς πόρους. Πάρα πολλές γλαύκες έχουν στην κορυφή της κεφαλής χαρακτηριστικές τούφες, οι οποίες ονομάζονται αντία. Τα αντία αποτελούνται από φτερά και δεν έχουν καμία σχέση με την ακοή. Η λειτουργία τους δεν έχει ακόμα εξακριβωθεί.

Οι γλαύκες έχουν σε σχέση με το σωματικό τους βάρος δυσαναλόγως μεγάλη επιφάνεια πτερύγων. Σε συνδυασμό με το μαλακό και πυκνό πτέρωμα επιτυγχάνουν έτσι μια σχεδόν απολύτως αθόρυβη πτήση.

Γεωγραφική εξάπλωση

Επεξεργασία

Γλαύκες υπάρχουν σε όλες τις ηπείρους με εξαίρεση την Ανταρκτική. Τις συναντούμε σε όλα τα ενδιαιτήματα, τα περισσότερα είδη βρίσκονται όμως στις τροπικές και υποτροπικές περιοχές της Ν. Αμερικής και της Ασίας. Τη βορειότερη εξάπλωση έχει η χιονόγλαυκα (Nyctea scandiaca), η οποία επιβιώνει ακόμα και στις ακτές της Γροιλανδίας.

Συστηματική των Γλαυκόμορφων

Επεξεργασία

Παρακάτω αναφέρονται όλα τα γένη Γλαυκόμορφων, τα οποία κατατάσσονται σε δυο οικογένειες:

  • Οικογένεια: Τυτονίδες (Tytonidae)
    • Γένη:
      • 1. Φόδιλος (Phodilus)
      • 2. Τυτώ (Tyto)
  • Οικογένεια: Γλαυκίδες (Strigidae)
    • Γένη:
      • 1. Ώτος (Otus)
      • 2. Μεγάσκωψ (Megascops)
      • 3. Χαιτογλαύξ (Jubula)
      • 4. Λοφοστρίξ (Lophostrix)
      • 5. Pulsatrix
      • 6. Βύας (Bubo)
      • 7. Σκοτοπελία (Scotepelia)
      • 8. Στριξ (Strix)
      • 9. Σουρνία (Surnia)
      • 10. Γλαυκίδιον (Glaucidium)
      • 11. Ξενογλαύξ (Xenoglaux)
      • 12. Μικραθηνά (Micrathene)
      • 13. Αθηνά (Athene)
      • 14. Αιγωλιός (Aegolius)
      • 15. Ουρογλαύξ (Uroglaux)
      • 16. Νίνωξ (Ninox)
      • 17. Άσιος (Asio)
      • 18. Ψευδοσκώψ (Pseudoscops)
      • 19. Νησάσιος (Nesasio)

Μυθολογία

Επεξεργασία

Αρχαία Ελλάδα

Επεξεργασία

Από την αρχαιότητα η κουκουβάγια ταυτιζόταν με τη σοφία. Οι αρχαίοι Έλληνες τη θεωρούσαν το σύμβολο της θεάς Αθηνάς. Ενδεικτική της λατρείας των αρχαίων Ελλήνων για το πτηνό αυτό είναι η αναφορά του Αλεξανδρινού λεξικογράφου Ησύχιου, σύμφωνα με την οποία, πριν ξεκινήσει η ναυμαχία της Σαλαμίνας, είχε πετάξει μια κουκουβάγια ως προάγγελος της νίκης των Ελλήνων.

Παραπομπές

Επεξεργασία


Βιβλιογραφία

Επεξεργασία
  • Όλα τα πουλιά της Ελλάδας, Έκδοση Ελεύθερου Τύπου με την επιστημονική επιμέλεια της Ε.Ο.Ε. (1996) [1]
  • Τα πουλιά της Ελλάδας και της Ευρώπης, Έκδοση Χρυσός τύπος. Των Roger Peterson, Guy Mountfort & P.A.D. Hollom
  • Περιγραφικό λεξικό των πουλιών της Ελλάδος, Έκδοση Μουσείου Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας. Του Ντίνου Απαλόδημου.
  • Τα πουλιά της Ελλάδος και της Κύπρου, Έκδοση Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρία. Των Mullarney, Svensson, Zetterstroem, Grant.
  • Adrian Aebischer: Eulen und Käuze, Haupt Verlag, Bern 2008, ISBN 978-3-258-07276-0
  • Jürgen Nicolai: Greifvögel und Eulen, Kompaß Naturführer, Gräfe und Unzer Verlag, München 1987, ISBN 3-7742-3805-7
  • Theodor Mebs, Wolfgang Scherzinger: Die Eulen Europas - Biologie, Kennzeichen, Bestände, Kosmos Verlag, Stuttgart 2000, ISBN 3-440-07069-7
  • John A. Burton (Hrsg): Eulen der Welt - Entwicklung - Körperbau - Lebensweise, Neumann-Neudamm Verlag, Melsungen 1986, ISBN 3-7888-0495-5

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία